Παναγιά – Δεκαπενταύγουστος – Ελλάδα… τρεις λέξεις, μία γιορτή
Την τιμητική της έχει η Παναγιά, στην ελληνική παράδοση της Ορθοδοξίας..
Συμβολίζει τη ζωή και την υπέρβαση, καθώς γέννησε τον Θεάνθρωπο μέσα από ένα θαύμα.
Σημείο αναφοράς στις προσευχές και στις επικλήσεις μας, δεν θα μπορούσε να λείπει από την ελληνική λογοτεχνία…
Παραθέτω τρία αποσπάσματα από τρεις κορυφαίες πνευματικές μορφές της Πατρίδας μας… του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, του Φώτη Κόντογλου, του Στρατή Μυριβίλη…
Κάποτε την λογοτεχνία τους, την διαβάζαμε στα σχολικά βιβλία… εδώ και δεκαετίες, τα μιαρά χέρια του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, την αφαίρεσαν…
Καιρός να ξαναθυμηθούμε αυτά τα διαμάντια της λογοτεχνίας, σε καιρούς που η Πίστη μας και η Ορθοδοξία, διώκεται και δοκιμάζεται με τον πιο αμείλικτο και σατανικό τρόπο, υπό την τρομοκρατία του ψευτοκορονοϊού, και από τις ορδές των ισλαμιστών που κατακλύζουν την Πατρίδα μας ελέω ξενόφερτων κυβερνήσεων και να εμφυσήσουμε στις νεώτερες γενιές την αληθινή τους παράδοση.
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ, ΕΛΛΗΝΙΔΕΣ… ΕΛΛΗΝΕΣ…
ΚΑΛΗ ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΕ ΟΛΕΣ ΚΑΙ ΟΛΟΥΣ…
Καλλιόπη Σουφλή
Παναγιά η Γλυκοφιλούσα, απόσπασμα από το διήγημα του Άγιου των Ελληνικών Γραμμάτων Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη.
Επάνω εις τον βράχον ήτο κτισμένον το παρεκκλήσιον, μαστιζόμενον από θυέλλας και λαίλαπας, λικνιζόμενον από το αειτάραχον και πολύρροιβδον[6] κύμα, ναναριζόμενον από τα άσματα τα οποία ο άνεμος έψαλλε δι’ αυτό εις τους σκληρούς βράχους και εις τα ηχώδη άντρα. Οι τέσσαρες τοίχοι ίσταντο ακόμη αρραγείς, πετροθεμελιωμένοι, σώζοντες μικρόν επίχρισμα από παλαιού καιρού περί την μεσημβρινοδυτικήν γωνίαν, χορταριασμένοι και μαυροπράσινοι περί την βορειοανατολικήν. Η στέγη, φέρουσα ακόμη ολίγας κεράμους και πλάκας, εστηρίζετο επί δοκού με πολλάς ακτίνας εκ σκληράς καστανέας. Ολόγυρα εις τους τοίχους, υψηλά άνω των υπερθύρων και υπό τα γείσα της στέγης, ωραία μικρά πινάκια παλαιών χρόνων ήσαν εγκολλημένα, σχηματίζοντα μέγαν σταυρόν επί της χιβάδος[7] του ιερού Βήματος προς ανατολάς, μετά υποποδίου εις σχήμα ανεστραμμένου
Τα εκ πέντε άλλων πινακίων και άλλους δύο σταυρούς δεξιόθεν και αριστερόθεν, ύπερθεν των δύο παραθύρων του χορού και τέταρτον σταυρόν άνωθεν της φλιάς[8] της εισόδου, δυσμόθεν.
Και τα ωραία παλαιά πιατάκια ήσαν όλα χρωματιστά, γαλάζια και υποπράσινα και κιτρινωπά και λευκά, με κλαδάκια και με λούλουδα και με ανθρωπάκια και με πουλιά, φιλοκάλως και κομψώς διατεθειμένα, στίλβοντα εις τον ήλιον, χάρμα των οφθαλμών, κειμήλια υψηλά κείμενα, στερεά βαλμένα εις τας κόγχας των, αφελή αναθήματα, λείψανα παλαιών χρόνων, περισώσματα αρπαγών και δηώσεων παντοίων, ολιγότερον φευ! ασφαλή από της νεοτέρας αρχαιολογικής και αρχαιοκαπηλικής μανίας.
Και ο απλούς ούτος στολισμός παρείχε μεγάλην χάριν, μεμειγμένην με άρρητον τρυφερόν θέλγητρον, εις το μικρόν βραχοφυτευμένον παρεκκλήσιον, εμπνέων εις τον επισκέπτην μεγάλην επιθυμίαν να διασκελίσει το κατώφλιον, να εισέλθει εις τον πενιχρόν ναΐσκον, ν’ ανάψει κηρίον, να κάμει τον σταυρόν του, και ν’ ασπασθεί ευλαβώς την εικόνα της Παναγίας της Γλυκοφιλούσης, της ζωγραφισμένης παρειάν με παρειάν με το πρόσωπον του υπερθέου και υπερηγαπημένου Βρέφους της,
Και πάλι κίνησα να ’ρθώ, Χριστέ μου, στην αυλή σου,
να σκύψω στα κατώφλια σου τα τρισαγαπημένα,
οπού με πόθο αχόρταγο τα λαχταρεί η ψυχή μου.
Η σάρκα μου αναγάλλιασε σιμά σου κι η καρδιά μου.
Το χελιδόνι ηύρε φωλιά και το τρυγόνι σκέπη,
να βάλουν τα πουλάκια τους, τα δόλια, να πλαγιάσουν,
τον ιερό σου το βωμό, αθάνατε Χριστέ μου.
Και ο ευσεβής προσκυνητής θα εύρισκε μεγάλην γλύκαν και παρηγορίαν από τες πίκρες του κόσμου εις το να θεωρεί μόνον την πενιχράν κανδήλαν καίουσαν εμπρός εις την ωραίαν εικόνα, την ζωγραφημένην από τον μακαρίτην Αθανάσιον τον Κεφαλάν, Ηπειρώτην, άνδρα αγωνιστήν, ευπαίδευτον, πολύγλωσσον, ωρολογοποιόν και ζωγράφον, όστις όμως όλην την ζωήν του υπήρξε δημοδιδάσκαλος Γ΄τάξεως και απέθανεν υπερενενηκοντούτης με την τριακοντάδραχμον σύνταξίν του.
Η ωραία μικρά εικών, με το ωχρόν πρόσωπον της Παναγίας, ενούμενον κατά παρειάν με το λευκόν και ένθεον πρόσωπον του λατρευτού Βρέφους της, είχεν άφατον γλυκύτητα και ήτο καλλίστη έκφρασις της μητρικής στοργής, της γεννωμένης, ως εκ πικράς ρίζης γλυκέος καρπού, ευθύς με τας ωδίνας του τοκετού, και συναυξανομένης με της ανατροφής τους κόπους και τας μερίμνας. Και ο φιλακόλουθος πιστός δεν θα υστερεί της αμοιβής διά την ευσεβή προσήλωσιν.
Κάλλιο μια μέρα στη δική σ’ αυλή, παρά χιλιάδες∙
στον ίσκιο ας είμαι του ναού σαν παραπεταμένος
καλύτερα, παρά να ζω σ’ αρματωλών λημέρια[9].
***
Δεξιά επί του τέμπλου ήτο η εικών του Χριστού και η εικών του Προδρόμου. Αριστερά η Παναγία η Γλυκοφιλούσα, η προστάτις των μητέρων και ο Άγιος Στυλιανός ο φίλος και φρουρός των νηπίων.
Επί του δεξιού και του αριστερού τοίχου υπήρχον ακόμη ολίγοι Άγιοι, ζωγραφημένοι από παλαιού καιρού. Άλλων ήσαν φθαρμένα τα πρόσωπα και τα στέρνα, άλλων ασβεστωμένα τα σκέλη και οι πόδες, από ατελείς αποπείρας επιχρίσεως ή στολισμού υπό αμαθών ευλαβών γυναικών. Ήσαν ο Άγιος Ελευθέριος, ο ελευθερωτής των εγκύων και η Αγία Μαρίνα, η προστάτις των ωδινουσών. Είτα ήσαν ο Άγιος Γεώργιος και ο Άγιος Δημήτριος, με τα χαντζάρια των, με τας ασπίδας, τους θώρακάς των και την άλλην πανοπλίαν των. Και η Αγία Βαρβάρα και η Αγία Κυριακή με τους σταυρούς και με τους κλάδους των φοινίκων εις τας χείρας. Ήσαν και οι όσιοι, με τα κουκούλια, με τας λευκάς γενειάδας των, με τα κομβοσχοίνια και τους ερυθρούς σταυρούς των, ο όσιος Αντώνιος και Ευθύμιος και Σάββας. Ήτο εκεί και ο όσιος Ποιμήν ο ασκητής, με το λόγιόν του, «ο Ποιμήν τέκνα ουκ εγέννησε», και με την απάντησίν του εις τον Ανθύπατον, προκειμένου περί ζωής ή θανάτου του αθώου ανεψιού του: «Ει μεν εύρεις ένοχον, κόλασον αυτόν∙ ει δε αθώον, ως θέλεις πράξον».
Ήτο και αυτός εκεί, προστάτης ουδέν ήττον και φρουρός των ακάκων και των παιδίων. Ήτο και ο όσιος Μωυσής ο Αιθίοψ «Άνθρωπος όψιν και θεός την καρδίαν». Μωυσής δεύτερος, είχε χαράξει το σημείον του Σταυρού, όταν διεκολύμβησε δις και χιαστί τον Νείλον, κρατών επί των οδόντων την μάχαιραν, με σκοπόν να φονεύσει τον εχθρόν του∙ και μη επιτυχών αυτόν, επανέπλευσε κρατών δύο κριούς ζωντανούς, διά των ρωμαλέων βραχιόνων του, υπεράνω του ρεύματος. Και ο λήσταρχος έγινεν άγιος και υπήγε να εύρει τον άλλον παλαιόν ομότεχνόν του, εκείνον, τον οποίον, ως λέγει η παράδοσις, είχε θηλάσει ποτέ εις την έρημον, κατά την εις Αίγυπτον φυγήν, εν καιρώ της βρεφοκτονίας η Παναγία.
Δεξιά δε τω εισερχομένω και ευθύς μετά την θύραν ίστατο, παρά την γωνίαν του μεσημβρινού τοίχου, η Αγία Αναστασία η Φαρμακολύτρια, κρατούσα με την αριστερά χείρα το μικρόν της ληκύθιον, το περιέχον τα λυτήρια όλων των μαγγανειών και των επωδών και των φίλτρων, ως να προσέφερεν αυτό εις τας ευσεβείς προσκυνητρίας και να έλεγεν: «Ελάτε∙ εγώ είμαι που χαλνώ τα μάγια».
Το παρεκκλήσιον εόρταζε, τη 26 Δεκεμβρίου, την Σύναξιν της Υπεραγίας Θεοτόκου, ήτοι τα Επιλόχια,
Λεχούς αμώμου, ανδρός μη γνούσης λέχος.
Κάτωθεν της εικόνος, επί της λευκής μεταξοϋφούς ποδιάς, εφαίνοντο ανηρτημένα παιδάκια, και μόνον παιδάκια ασημένια, εξαιρέσει ενός μόνου αργυρού τεμαχίου, το οποίον έφερεν άλλο σχήμα ζώου, ομοίου σχεδόν με άρνα κερασφόρον ή με έριφον. Επί τινος αφράκτου ερμαρίου, εις τον αριστερόν τοίχον, έβλεπέ τις διάφορα αντικείμενα, οίον στεφάνους ανδρογύνων (νεκρών ίσως ανδρογύνων) τυλιγμένους εντός λευκής σκέπης, τεμάχια βαπτιστικών και κουκουλίων από το βάπτισμα βρεφών, ως και γυμνά κόκαλα ακόμη, και τρυφερά λευκά κρανία μικρών παιδίων.
Τα παιδάκια τα ανηρτημένα επί της λευκής ποδιάς ήσαν ομοιώματα μικρών παιδίων, ταχθέντα από τας μητέρας, όταν τα μικρά των ήσαν άρρωστα, εις την Παναγίαν την Γλυκοφιλούσαν, την μητέρα του θείου Βρέφους και προσφερθέντα εις τον ναόν της μετά την ίασιν των αρρώστων. Το ομοίωμα του μικρού ζώου ήτο και αυτό βεβαίως από τάξιμον.
Και οι στέφανοι των ανδρογύνων ήσαν αφελή αποθέματα και μνημόσυνα ατυχών συνοικεσίων, γενόμενα υπό της μητρός, ήτις επέζησεν έρημη και άχαρη, εις ανάμνησιν θυγατρός, ήτις απέθανεν ίσως λεχώ, ευθύς μετά τον πρώτον τοκετόν, αφιερώματα και ταύτα εις την προστάτιδα των λεχών, την Παναγία την Γλυκοφιλούσαν.
Και τα τεμάχια των βαπτιστικών και κουκουλίων ήσαν και ταύτα ενθύμια παιδίων, αποθανόντων ευθύς μετά το βάπτισμα και τα λευκά κόκαλα και τα κρανία τα τρυφερά ήσαν άσπιλα λείψανα παιδίων, τα οποία είχεν ευδοκήσει να καλέσει ενωρίς εις τον Παράδεισον, πλησίον του υιού της του ειπόντος «Άφετε τα παιδία έρχεσθαι προς με και μη κωλύετε αυτά», η Παναγία η Γλυκοφιλούσα. (εδώ)
[6] πολυρροίβδητος∙ αυτός που περιστρέφεται με μεγάλο θόρυβο και ταχύτητα
[7] αχηβάδα∙ κόχη
[8] εδώ∙ της παραστάδας
[9] παράφραση του ψαλμού ΠΓ΄(εδώ)
Η Παναγία είναι η ελπίδα των απελπισμένων – Φώτης Κόντογλου
Σήμερα γιορτάζουμε την ένδοξη Κοίμηση της Παναγίας. Σ’ αμέτρητες εκκλησίες και μοναστήρια χτυπούνε οι καμπάνες και ψέλνουνε οι ψαλτάδες.
Τα πιο πολλά είναι στης Παναγίας τ’ όνομα και πανηγυρίζουνε σήμερα την Κοίμηση της Θεοτόκου.
Μα αυτή δεν είναι γιορτή θανάτου, είναι γιορτή χαράς και θρίαμβος, γιατί αυτή που κοιμήθηκε είναι η Μητέρα της Ζωής, όπως λέγει εκείνο το θεσπέσιο δοξαστικό που λένε σήμερα στη Λειτουργία:
«Τη αθανάτω σου κοιμήσει Θεοτόκε μήτηρ της ζωής, νεφέλαι τους αποστόλους αιθέριους διήρπαζον και κοσμικώς διεσπαρμένους, ομοχώρους παρέστησαν τω αχράντω σου σώματι, ο και κηδεύσαντες σεπτώς, την φωνήν του Γαβριήλ μελωδούντες ανεβόων. Χαίρε, κεχαριτωμένη παρθένε, μήτερ ανύμφευτε, ο Κύριος μετά σου. Μεθ’ ων, ως Υιός σου και θεόν ημών ικέτευε σωθήναι τας ψυχάς ημών».
Σήμερα όλη η Ελλάδα μοσχοβολά από το ευωδέστατο σκήνωμα της Παναγίας, που είναι η μητέρα των ορφανεμένων, η ελπίδα των απελπισμένων, η χαρά των θλιμμένων, το ραβδί των τυφλών, η άγκυρα των θαλασσοδαρμένων.
Κι απ’ άκρη σε άκρη της Ελλάδας, στις πολιτείες, στα χωριά, στα μοναστήρια και στις σκήτες, απάνω στα δασωμένα βουνά, στα λαγκάδια, στις σπηλιές, στα γαλανά τα κύματα που δροσοαφρίζουνε από τον πελαγίσιον αγέρα, στα νησιά και στα ρημόνησα, στους κάβους, παντού αντιλαλεί η υμνολογία που ψέλνουνε οι ψαλτάδες για την ταπεινή βασίλισσα που κοιμήθηκε.
Το μελτέμι που φυσά τώρα τον Δεκαπενταύγουστο και δροσίζει τον κόσμο, τα δεντρικά που ‘ναι φορτωμένα με λογήςλογής πωρικά, τα άγρια τα ρουμάνια, με τις αντρειωμένες βαλανιδιές και με τα έλατα και με τα κέδρα, τα άσπρα σύννεφα τςου αρμενίζουνε στον γαλανό ουρανό, όλα είναι χαροποιά και μακάρια, όλα είναι ιλαρά από την γλυκύτητα της Παναγίας.
Στα πέλαγα ταξιδεύουνε λογήςλογής καράβια και καΐκια, πώχουνε γραμμένο απάνω στο μάγουλό τους το γλυκύτατο τ’ όνομά της.
Ω! Αληθινά δική μας είναι η Παναγία, δικό μας είναι το Ρόδον το Αμάραντον!
Ποιος θα μπορούσε να την υμνήσει όπως την υμνολογήσανε οι υμνωδοί της Εκκλησίας μας;
Αρχαγγελικές σάλπιγγες θαρρείς πως ακούγονται παντού, με ύψος και με σεμνότητα, μ’ ένα κάλλος πνευματικό που βρίσκεται μονάχα στην Ορθοδοξία.
Στον Εσπερινό της παραμονής ψέλνουνε τούτα τα τροπάρια, που γεμίζουνε
την ψυχή μας με κάποιον αγιασμένον ενθουσιασμό: «Ω του παραδόξου θαύματος!
Η πηγή της ζωής εν μνημείω τίθεται, και κλίμαξ προς ουρανόν ο τάφος γίνεται. Ευφραίνου, Γεσθημανή, της Θεοτόκου το άγιον τέμενος. Βοήσωμεν οι πιστοί, τον Γαβριήλ κεκτημένοι ταξίαρχον, Κεχαριτωμένη χαίρε, μετά σου ο Κύριος, ο παρέχων τω κόσμω διά σου το μέγα έλεος».
Από τι καρδιές, από τι χρυσά σπλάχνα εβγήκε τούτος ο πλούτος! Εδώ δεν είναι συνταίριασμα τεχνικό από λόγια κι από ήχους.
Εδώ είναι αληθινά «η φωνή του Γαβριήλ μελωδούντος» από τας ουρανίους αψίδας, ύμνος αθανασίας. Αμή εκείνη η θ’ ωδή που λέγει: «Νενίκηνται της φύσεως οι όροι εν σοι, Παρθένε άχραντε, παρθενεύει γαρ τόκος, και ζωήν προμνηστεύεται θάνατος. Η μετά τόκον παρθένος και μετά θάνατον ζώσα, ζώσα, σώζοις αεί. Θεοτόκε, την κληρονομιάν σου».
Ή εκείνο το απολυτίκιο που είναι σοβαρό και γλυκό σαν το εικόνισμά της: «Εν τη γεννήσει την παρθενίαν εφύλαξας, εν τη κοιμήσει, τον κόσμον ου κατέλιπες. Θεοτόκε. Μετέστης προς την ζωήν, μήτηρ υπάρχουσα της ζωής, και ταις πρεσβείαις ταις σαις λυτρουμένη εκ θανάτου τας ψυχάς ημών».
Ή ο Α’ ειρμός στις Καταβασίες, που λέγει: «Πεποικιλμένη τη θεία δόξη η ιερά και ευκλεής, Παρθένε, μνήμη σου, πάντας συνηγάγετο προς ευφροσύνην τους πιστούς, εξαρχούσης Μαριάμ, μετά χορών και τυμπάνων τω σω άδοντες μονογενεί. ενδόξως ότι δεδόξασται».
Από τούτη την άγια μέθη, που μεταδίδει η «Πεποικιλμένη», μέθυσε κι ο αγιασμένος γλάρος της Σκιάθου κι έγραψε τους καημούς του Δεκαπενταύγουστου, σκιρτώντας από την αγγελική υμνωδία που άκουγε μυστικά, καθισμένος μπροστά στ’ αφρισμένο πέλαγο, «ο φιλέρημος γέρων».
Από το ίδιο νέκταρ της Παναγίας μέθυσε κι ο Σολωμός και ψέλνοντας και κείνος με ενθουσιασμό την «Πεποικιλμένη» έγραψε στον «Ύμνο της Ελευθερίας» τούτα τα λόγια:
«Ακολουθεί την αρμονία η αδελφή του Ααρών, η προφήτισσα Μαρία, μ’ ένα τύμπανον τερπνόν. Και πηδούν όλες οι κόρες με τσ’ αγκάλες ανοικτές, τραγουδώντας ανθοφόρες με τα τύμπανα κ’ εκείνες.
Η Μαριάμ, η συνονόματη της Παναγίας, ήτανε η αδελφή του Ααρών, που άρχισε να ψέλνει για να φχαριστήσει το θεό, που καταπόντισε τον Φαραώ στην Ερυθρή θάλασσα.
Και τη συνΐροφεύανε οι άλλες οι κόρες, χορεύοντας και παίζοντας τα τύμπανα. “Λαβούσα δε Μαριάμ η προφήτις, η αδελφή του Ααρών, το τύμπανον εν τη χειρί αυτής, και εξήλθοσαν πάσαι αι γυναίκες οπίσω αυτής μετά τυμπάνων και χορών” (Έξοδ. ιε’, 20).
Αυτή είναι η αγιασμένη Ελλάδα, κι από το γάλα της βυζάξανε και θραφήκανε οι ποιητές της, το γάλα της Παναγίας.
Εμείς αυτό το γάλα το σιχαθήκαμε, αλίμονο!».
Απόσπασμα από το βιβλίο «Παναγία καί Υπεραγία» (εδώ),
Ο Θρύλος της «Γοργόνας Παναγιάς»
Η «Παναγιά η Γοργόνα» είναι γνωστή σαν άκουσμα σε πολλούς. Κάποιοι θα γνωρίζουν πως αυτή η μοναδική αν μη τι άλλο ονομασία της Παναγιάς, η Παναγιά η Γοργόνα έγινε διάσημη χάρη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του δημοσιογράφου, λογοτέχνη και ακαδημαϊκού Στρατή Μυριβήλη (1892-1969), ο οποίος και καταγόταν από το μέρος αυτό και για αυτό γνώριζε την ύπαρξή της και την αναφέρει στο βιβλίο του με τον τίτλο αυτόν.
…{ … Περνούσαν με μια μπρατσέρα, κι ο εργολάβος τους μαζί, συμφωνημένοι στα βορεινά του νησιού, σ’ ένα κεφαλοχώρι, να χτίσουν κάποιο σαπουνάδικο.
Στο δρόμο τους πήρε αλακάπα ένα άγριο μπουρίνι. Πήγαν να μπατάρουν εκεί απέξω στον κάβο Κόρακα, σαν αντίκρισαν ξάφνου της Παναγίας τα ράχτα.
Γλίτωσέ μας, τάχτηκε ο εργολάβος, και μεις θα σου χτίσουμε ένα ξωκλήσι. Μεμιάς καταλάγιασε ο καιρός, οι μαστόροι και το τσούρμο απάγγιασαν στο μικρό λιμάνι της Παναγιάς. Δέσανε πρυμάτσα και κάμαν το τάμα τους. Γι’ αυτό το κλησάκι τούτο μοιάζει τόσο πολύ με μικρό λαδομάγαζο.
Έχει ένα καμπανάκι κρεμασμένο από σιδερένια καμάρα. Από σκέτο σίδερο είναι κι ο διπλός σταυρός πάνω στη σκεπή. Έχει ακόμα κ’ ένα ψηλό κατάρτι για τη σημαία, σιδεροδεμένο με χυτό μολύβι στο βράχο και στις γωνιόπετρες, εκεί πίσω στη ράχη της αχιβάδας. Αυτό το ξύλο είναι λάφυρο από τη ναυμαχία της «Έλλης» και το παρακύλησε το κύμα ως εδώ γύρω.
Το περιμάζεψαν οι χωριανοί, και σα λευτέρωσε ο «Αβέρωφ» το νησί, το σήκωσαν εκεί και ισάρισαν μια μεγάλη γαλανόλευκη να παίζει χαρωπά με τον αγέρα κάθε Κυριακή, να τη βλέπουν και να καμαρώνουν…}…
Απόσπασμα από το μυθιστόρημα του Στρατή Μυριβήλη «Η Παναγιά η Γοργόνα» αποκαλύπτοντας την πηγή της έμπνευσής του που δεν είναι άλλη από μία τοιχογραφία μέσα στο ταπεινό ξωκλήσι στο μικρό ψαροχώρι της Λέσβου, τη Σκάλα Συκαμιάς, 48 χλμ. βορειοδυτικά της πόλης της Μυτιλήνης από το οποίο καταγόταν ο Στρατής Μυριβήλης. (εδώ)
Προβολές : 367
Μοίρασέ το:Ετικέτες: ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΣΟΥΦΛΗ ΡΕΠΟΡΤΑΖ, ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ, ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ
ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ
Ορισμένα αναρτώμενα από το διαδίκτυο κείμενα ή εικόνες, θεωρούμε ότι είναι δημόσια. Αν υπάρχουν δικαιώματα συγγραφέων, παρακαλούμε ενημερώστε μας, για να τα αφαιρέσουμε. Επίσης, σημειώνεται ότι οι απόψεις του ιστολογίου, μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου. Για τα άρθρα που δημοσιεύονται εδώ, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε, καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιοδνήποτε τρόπο, το ιστολόγιο.
Ο διαχειριστής του ιστολογίου, δεν ευθύνεται για τα σχόλια και τους δεσμούς που περιλαμβάνει. Τονίζουμε ότι υφίσταται μετριασμός των σχολίων και παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, να έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
- Κάθε γνώμη είναι σεβαστή, αρκεί να αποφεύγονται ύβρεις, ειρωνείες, ασυνάρτητος λόγος και προσβλητικοί χαρακτηρισμοί, πολύ περισσότερο σε προσωπικό επίπεδο, εναντίον των συνομιλητών ή και των συγγραφέων, με υποτιμητικές προσφωνήσεις, ύβρεις, υπονοούμενα, απειλές ή χυδαιολογίες.>
- Μην δημοσιεύετε άσχετα με το θέμα σχόλια.
- Ο κάθε σχολιαστής, οφείλει να διατηρεί ένα μόνον όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
- Με βάση τα παραπάνω, η διαχείριση, διατηρεί το δικαίωμα μη δημοσίευσης σχολίων, χωρίς καμία άλλη προειδοποίηση.
- Επιπλέον σας τονίζουμε, ότι το ιστολόγιο, λειτουργεί σε εθελοντική βάση και ως εκ τούτου, τα σχόλια θα αναρτώνται μόλις αυτό καταστεί δυνατόν.
Διαβάστε ακόμα
Η ΒΟΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΚΑΙ Η ΣΚΕΠΗ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΟΧΑΡΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΜΑΣ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΤΗΣ ΓΗΣ
Η ΒΟΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΚΑΙ Η ΣΚΕΠΗ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΙΕΡΗ ΧΩΡΑ ΜΑΣ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΜΑΣ
ΠΟΛΥ ΣΥΝΤΟΜΑ ΝΑ ΜΑΣ ΑΠΑΛΛΑΞΕΙ ΑΠΟ ΟΛΑ ΤΑ ΔΕΙΝΑ … ΑΜΗΝ
Χρόνια πολλά! Η Παναγία να είναι η σκέπη μας.