Η συγκλονιστική έρευνα, που αποδεικνύει το μίσος της ΕΛΙΤ, σε βάρος όλων των λαών της γης και κυρίως εναντίον των ΕΛΛΗΝΩΝ και της ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ. ΜΕΡΟΣ Β’.

Η συγκλονιστική έρευνα, που αποδεικνύει το μίσος της ΕΛΙΤ, σε βάρος όλων των λαών της γης και κυρίως εναντίον των ΕΛΛΗΝΩΝ και της ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ. ΜΕΡΟΣ Β’.

6 Δεκεμβρίου, 2021 0 Από Καλλιόπη Σουφλή
Προβολές:1,825
Μοίρασέ το

 

Αυτό το όν λοιπόν δηλώνει την καταγωγή των Κιμμερίων, ότι δηλαδή προήλθαν εξ υποχθονίων ερπετοειδών όντων, τα οποία εξήλθαν εις την Σκυθία από τις βόρειες υποχθόνιες πύλες.Οι ερπετοειδείς αυτοί ανεμίχθησαν με βάρβαρες ανθρώπινες φυλές της περιοχής και ούτως προέκυψαν μικτές ανθρωοποερπετικές φυλές.

Μεταξύ του 1854-1856 διεξήχθη ο Κριμαϊκός πόλεμος, κατά τον οποίο οι συνασπισμένοι Άγγλοι (απόγονοι των Κιμμερίων)

Οι λαοί λοιπόν που κυρίως υπέφεραν από τους Κιμμερίους ήσαν Ελληνογενείς ή υπό Ελληνική επίδραση και τούτο ασφαλώς δεν είναι τυχαίο, αφού οι υποχθόνιοι και δρακογόνοι Κιμμέριοι, όπως και οι σημερινοί απόγονοί τους, ήσαν και είναι αδιάλλακτοι εχθροί των Ελλήνων, ήτοι των επί της χθονός δυνάμεων του φωτός.

 

Το Α’ ΜΕΡΟΣ, εδώ

 

Κάποιοι, ισχυρίζονται πως είμαι “εμμονική” με τους οβριοχάζαρους…

Τους προτείνω να διαβάσουν ιστορία…

Την γεωπολιτική ιστορία όλης της Ευρώπης, αλλά και της Ασίας.

Οι αρχαίοι μας ιστοριογράφοι πρόγονοι, αποκαλύπτουν ποιοί είναι οι λαοί της Ευρώπης, της Ανατολικής Ασίας, και όλα αυτά τα στοιχεία που παρατίθενται, αιτιολογούν το μίσος των Άγγλων, των Γερμανών και  των οβριοχάζαρων κατά των Ελλήνων.

Κι αυτό το αέναο μίσος, το διαπιστώνουμε στην νεώτερη ιστορία μας.

Κι αυτό το αέναο μίσος των ΤΕΥΤΟΝΩΝ εναντίον της ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΥΛΗΣ, (ΤΕΚΤΟΝΕΣ), το διαπιστώνουμε στην ΜΑΣΣΟΝΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΤΕΚΤΟΝΙΣΜΟ.

Και μην ξεχνάτε, πως η Πατρίδα μας, έχει καταλυθεί από αυτά τα ερπετοειδή πολλά εκ των οποίων έχουν “ελληνικά ονόματα”…

Και δεν είναι τυχαίο που επιτίθενται με λύσσα κατά της Ορθοδοξίας, προσπαθούν με κάθε τρόπο να ειρωνευθούν και να υποτιμήσουν τους ναούς και τα μοναστηρια μας…

Ούτε τυχαίο είναι που επιτίθενται σε κάθε ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΨΥΧΗ…

ΔΕΝ ΑΝΤΕΧΕΙ ΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ ΤΗΣ ΧΘΟΝΑΣ, ΤΟ ΦΩΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ… ΟΥΤΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟ.

 

Καλλιόπη Σουφλή

 

 

Υ.Γ. Επείγει να μάθουμε την ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΑΣ… αυτή που μας παρουσίασαν ως … ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ.

 

2.ΟΙ ΑΛΛΟΚΟΤΟΙ ΚΑΙ ΘΗΡΙΩΔΕΙΣ ΛΑΟΙ ΤΗΣ ΣΚΥΘΙΑΣ 




Η πλησίον του Βορείου ωκεανού απέραντη περιοχή της Σκυθίας, δηλαδή η σημερινή Ρωσία, από τον Αρκτικό ωκεανό έως τον Καύκασο και τον Εύξεινο Πόντο ήταν και είναι ο πλέον πρόσφορος τόπος δια την έξοδο υποχθονίων όντων από την υποχθόνια πύλη του Βορείου Πόλου.

Και πράγματι τούτο επιβεβαιώνεται εκ πολλών αρχαίων μαρτυριών δια αλλοκότους και θηριώδεις λαούς της Σκυθίας με ομιχλώδη καταγωγή.

Η κύρια πηγή είναι ο μέγας αρχαίος ιστορικός Ηρόδοτος, ο οποίος είχε συλλέξει σημαντικότατες πληροφορίες δια τους λαούς της Σκυθία, τόσο από τους ιθαγενείς της Σκυθίας, όσο και από τους Έλληνες αποίκους του Ευξείνου Πόντου.

Οι πρώτες σημαντικές πληροφορίες του Ηροδότου αφορούν την καταγωγή των Σκυθικών λαών κατά την εκδοχή των Ελλήνων αποίκων της περιοχής (Δ.8-10):

Ο Ηρακλής μετά την επιστροφή του από την νήσο του Γηρυόνη Ερύθεια, έφθασε εις την Σκυθία, όπου εχάθησαν οι ίπποι του και αναζητώντας τους ο Ηρακλής, κατέληξε εις την Σκυθική περιοχή της Υλαίας, εις την σημερινή Νότιο Ουκρανία.


Εκεί, ο Ηρακλής συνάντησε εις ένα σπήλαιο ένα αλλλόκοτο όν: «κάποια μισοπάρθενο, διφυή έχιδνα, της οποίας το σώμα άνω των γλουτών ήταν γυναικός, και από κάτω όφεως» (Δ.9.).




Η έχιδνα αυτή είχε ανεύρει τους πλανωμένους ίππους του Ηρακλέους και δια να τους επιστρέψη τον υποχρέωσε να συνευρεθή μαζί της.

Από την αλλόκοτη αυτή ένωση εγεννήθησαν τρείς υιοί, ο Αγάθυρσος, ο Γελωνός και ο Σκύθης, οι έγιναν οι γενάρχες των ομωνύμων λαών.


Μάλιστα, από τον Σκύθη προήλθε το γένος των βασιλέων των Σκυθών μέχρι και την εποχή του Ηροδότου.


Εις σχετική υποσημείωση των εκδόσεων Πάπυρος, επισημαίνεται ότι, η ανωτέρω διφυής έχιδνα πιθανόν αναπαριστά την υπερτάτη χθόνια θεότητα των Κιμμερίων λαών.


Κατά την ιστορική πλέον εποχή, οι Κιμμέριοι αρχικώς κατοικούσαν εις την σημερινή νότιο Ουκρανία, ακριβώς δηλαδή εις την περιοχή του αλλοκότου αυτού όντος, το οποίο και ελάτρευαν.


Αυτό το όν λοιπόν δηλώνει την καταγωγή των Κιμμερίων, ότι δηλαδή προήλθαν εξ υποχθονίων ερπετοειδών όντων, τα οποία εξήλθαν εις την Σκυθία από τις βόρειες υποχθόνιες πύλες.

Οι ερπετοειδείς αυτοί ανεμίχθησαν με βάρβαρες ανθρώπινες φυλές της περιοχής και ούτως προέκυψαν μικτές ανθρωοποερπετικές φυλές.


Δια τούτο και ο Ηρόδοτος αποκαλεί το όν αυτό έχιδνα, συνδέοντάς το με την Έχιδνα της Ελληνικής μυθολογίας, που ήταν κατά το ήμισυ γυναίκα και κατά το έτερο ήμισυ δράκαινα και που εγέννησε με τον επίσης διφυή άνδρα-δράκοντα Τυφώνα αρκετά φρικτά δρακοειδή όντα.


Αυτές οι διφυείς ερπετοειδείς φυλές που συμβολίζονται με την έχιδνα που συνάντησε ο Ηρακλής ανεμίχθησαν περαιτέρω με ανθρώπινες φυλές που συμβολίζονται με τον Ηρακλή, με βία ή τεχνάσματα όπως υποδηλώνει η ανωτέρω διήγησις και ούτως προέκυψαν οι νέες Σκυθικές φυλές.


Οι νέες αυτές φυλές ήσαν ως επί της πλείστον ανθρωποφαινότυπες, αλλά όμως ως προς την καταγωγή κατά μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό υποχθόνιες και δρακογόνες.

Η μίξις αυτή μεταξύ ανθρώπων και δρακοειδών-ερπετοειδών έγινε πιθανόν με διαφόρους τρόπους:



Αρχικώς τα υποχθόνια δρακοειδή όντα με κάποια γενετικά πειράματα μίξεως ανθρωπίνου και δρακοντείου-ερπετικού γενετικού υλικού εδημιούργησαν μικτά ανθρωποερπετικά όντα, τα οποία εις την συνέχεια ανεμίχθησαν με απευθείας συνουσία με ανθρώπινα όντα, δια να προκύψουν πλεόν οι ανθρωποφαινότυπες-δρακογόνες φυλές.



Οι ανωτέρω επιμιξίες έγιναν κυρίως με τα ηγεμονικά γένη των βαρβάρων ανθρωπίνων φυλών και ούτως προέκυψαν οι δρακόντειοι βασιλικοί και αριστοκρατικοί οίκοι, λατρευόμενοι ως υιοί των “θεών”δρακόντων και επιβάλλοντες ανθρωποθυσίες προς τιμή τους, εις τους ηλιθίους βαρβαρικούς όχλους.


Ούτως, μερικά ολιγάριθμα δρακόντεια γένη εξουσίαζαν πολυαρίθμους λαούς και απέραντες εκτάσεις της Σκυθίας.


Τα ανωτέρω επιβεβαιώνονται και από τις αρχαίες αναφορές δια τον μυστηριώδη λαό των Σαυροματών.

Το όνομα Σαυρο-μάτες σημαίνει οι έχοντες μάτια σαύρας, δηλαδή μάτια όχι με στρογγυλή κόρη όπως οι άνθρωποι , αλλά με κάθετη κόρη όπως οι σαύρες, οι όφεις και γενικώςτα ερπετά.


Κατά τον Ηρόδοτο (Δ.21) οι Σαυρομάτες κατοικούσαν ανατολικώς του Τανάϊδος ποταμού (σημερινού Ντόν), δηλαδή εις την σημερινή Ν.Α. Ρωσία, μεταξύ Καυκάσου, Κασπίας και Ευξείνου Πόντου.

Και ο Παυσανίας (Αττικά, 21.5-6) αναφέρει ότι, είδε πλησίον της Ακροπόλεως των Αθηνών, περί τα μέσα του 2ου μ.Χ. αιώνος, έναν αφιερωμένο Σαυροματικό θώρακα και ότι, οι Σαυρομάτες έφτιαχναν τους θώρακές τους από οπλές ίππων, ώστε έμοιαζαν με δέρμα δράκοντος: «ποιούν από αυτές παρεμφερή με φολίδες δρακόντων».


Επίσης, αναφέρει δια τους Σαυρομάτες: «διότι είναι πάρα πολύ άμικτοι των εκεί βαρβάρων».

Επομένως, οι δρακογόνοι Σαυρομάτες δεν ανεμιγνύοντο πλέον κατά τον 2ο μ.Χ. αιώνα με άλλους λαούς,, προφανώς δια να διατηρήσουν όσο το δυνατόν καθαρότερη την δρακοειδή καταγωγή τους.




Ήσαν πλέον με εξαίρεση τους οφθαλμούς τους ανθρωποφαινότυποι, αλλά εχρησιμοποιούσαν θώρακες που έμοιαζαν με φολιδωτό δέρμα δράκοντος, δια να μοιάζουν εις τους δρακοειδείς προγόνους τους.


Την εποχή εκείνη οι Σαυρομάτες είχαν κατακτήσει τις πρώην Σκυθικές περιοχές και εκ παραφθοράς του ονόματός τους απεκαλούντο και Σαρμάτες, χωριζόμενοι εις τρεις κύριες ομάδες:
Τους Αλανούς εις την αρχική κοιτίδα τους εις την Ν.Α. Ρωσία, τους Βασιλείους και τους Ιάζυγες εις την Ουκρανία.


Οι Βασίλειοι και οι Ιάζυγες που κατοικούσαν εις την πρώην Σκυθική Ουκρανία είχαν προφανώς αναμιχθεί με τους Σκυθικούς λαούς και είχε εξαλειφθεί εις μεγάλο βαθμό η δρακοειδής καταγωγή τους.


Αντιθέτως, οι Αλανοί, ως ζώντες εις την αρχική Σαυροματική κοιτίδα πλησίον του Καυκάσου, είναι προφανώς οι άμμικτοι Σαυρομάτες που αναφέρει ο Παυσανίας.


Βεβαίως κατά τους επομένως αιώνες και οι Αλανοί ανεμίχθησαν με άλλους λαούς και σήμερα πλέον άμεσοι απόγονοί τους είναι οι Οσσετοί του Καυκάσου.

Ίσως δηλαδή, δεν είναι τυχαίος ο ρόλος των απογόνων των Σαυροματών Οσσετών εις την μεγάλη αναστάτωση που επικρατεί εξαιτίας τους εις την περιοχή του Καυκάσου.

Ένας άλλος αλλόκοτος λαός της Σκυθίας ήσαν οι Νευροί, οι οποίοι κατοικούσαν αρχικώς εις την βορειοδυτική Ουκρανία και εν συνεχεία μετανάστευσαν εις την Κ.Α. Ρωσία.

Αυτοί κατά τον Ηρόδοτο (Δ.105, Εκδόσεις Πάπυρος), εθεωρούντο μάγοι, διότι καθώς έλεγαν οι Σκύθες και οι Έλληνες άποικοι: «Μία φορά το έτος, έκαστος των Νευρών γίνεται λύκος δια ολίγες ημέρες και πάλι επιστρέφει εις την προηγουμένη του κατάσταση».


Οι Νευροί δηλαδή ήσαν λυκάνθρωποι και ίσως δεν είναι καθόλου τυχαίοι οι μεταγενέστεροι θρύλοι περί λυκανθρώπων, ιδίως εις τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης, πλησίον δηλαδή της αρχαίας κατοικίας των Νευρών.


Επίσης, εις μία έρημο χώρα της Β. Σκυθίας (σημερινή νότια και κεντρική Ρωσία) κατοικούσε ο άγριος και νομαδικός λαός των Ανδροφάγων, οι οποίοι είχαν τα αγριώτατα ήθη από όλους τους ανθρώπους, χωρίς δίκαιο και νόμους και επιπλέον ήσαν ανθρωποφάγοι (Ηρόδοτος, Δ.106).

Το έθνος αυτό ήταν «ιδιαίτερο και ουδαμώς Σκυθικό» (Ηρόδοτος, Δ.18), ίσως αμέσου υποχθονίας καταγωγής, καθώς ήταν το βορειότερο έθνος της περιοχής και επομένως το εγγύτερο εις την βόρειο ωκεανό.

Αγριώτατος λαός ήσαν και οι Ταύροι, οι οποίοι ζούσαν αποκλειστικώς από πολέμους και λεηλασίες, κατοικούντες εις την Ταυρική χερσόνησο, δηλαδή την σημερινή Κριμαία.

Εις τους Ταύρους είχαν φθάσει ο Ορέστης και η Ιφιγένεια κατά την ηρωϊκή εποχή, οι οποίοι εθυσίαζαν τους ξένους που έφθαναν εις την χώρα τους.

Το έθιμο τούτο συνέχιζαν και επί της εποχής του Ηροδότου, θυσιάζοντες τους ναυαγούς και εκ των Ελληνων όσους συνελάμβαναν και εις τα ανοικτά της θαλάσσης.


Επισης, οι Ταύροι αποκεφάλιζαν τους αιχμαλώτους πολέμου και έστηναν τις κοπείσες κεφαλές άνωθεν των οικιών τους.


Οι Ταύροι αποκαλούσαν την θεότητα εις την οποία εθυσίαζαν τα θύματά τους, κατά μέν την εποχή της Ιφιγένειας παρθένο Αρτέμιδα, κατά δε την εποχή του Ηροδότου παρθένο Ιφιγένεια.


Ασφαλώς, όμως αυτές οι βάρβαρες τελετές ουδεμία σχέση είχαν με την φωτεινή Αρτέμιδα των Ελλήνων, την κόρη του Ζηνός και αδελφή του Θεού του Φωτός Απόλλωνος.


Εις την πραγματικότητα, δεδομένου ότι, η χώρα των Ταύρων ήταν εντός της επικράτειας των Κιμμερίων (Ν. Ουκρανία), είναι πιθανότατο ότι, η δαιμονική παρθένος θεά των Ταύρων ταυτίζεται με την ανωτέρω αναφερομένη μισοπάρθενο έχιδνα, δηλαδή την υπερτάτη χθόνια θεότητα των Κιμμερίων.


Οι αναφορές δια τους ανωτέρω θηριώδεις και αλλοκότους λαούς, αποδεικνύουν ότι, οι Κιμμέριοι ως κατοικούντες, εις την σημερινή νότια Ουκρανία, εγγύς του Καυκάσου, ήσαν πράγματι ένας αλλόκοτος, υποχθόνιος λαός.



Τούτο, επιβεβαιώνεται ρητώς και από την αναφορά του Πολυαίνου ( Στρατηγήματα, Ζ.2.Αλυάττης) ότι, οι εισβολείς εις την Μικρά Ασία Κιμμέριοι, είχαν «αλλόκοτα και θηριώδη σώματα».


Εκτός από την εγγύτητα της Σκυθίας προς τον βόρειο ωκεανό, ένας άλλος δρόμος διελεύσεως των υποχθονίων όντων, ήσαν και οι υποχοθόνιες πύλες της περιοχής του Καυκάσου, όπου κατά πολλές αρχαίες και μεσιωνικές, αναφορές ο Μέγας Αλέξανδρος εφυλάκισε τα ανερχόμενα υποχθόνια όντα.


Τούτο υποδηλώνουν και οι περί της Αργοναυτικής εκστρατείας μύθοι, εις τους οποίους μεταξύ άλλων αναφέρεται ότι, εις την Κολχίδα του Καυκάσου ή άλλως ονομαζόμενη κυτηϊδα αία=κοίλη γή, οι Αργοναύτες αντιμέτωπισαν τους δρακογενείς εκ της χθονός αναφυομένους σπαρτούς και τον φοβερό φύλακα δράκοντα του χρυσομάλλου δέρατος


Η ευρυτέρα περιοχή του Καυκάσου (μεταξύ Κριμαίας και Κασπίας) έχει λοιπόν μεγίστη γεωπολιτική σημασία, όχι μόνο δια τους ενεργειακούς πόρους της, αλλά ακόμη μεγαλύτερη και ως μία τεραστία πύλη μεταξύ επιχθονίου και υποχθονίου κόσμου.

Και ίσως ο δεύτερος λόγος είναι ο κυριότερος δια τους λυσσώδεις πολέμους που έχουν γίνει δια τον έλεγχο του Καυκάσου.


Ενδεικτικώς αναφέρεται ότι, κατά την Γερμανική εισβολή εις την Σοβιετική Ένωση το 1941, ο Χίτλερ, όντας γνώστης πολλών αποκρύφων μυστικών, επέμενε περιέργως να στραφή το κύριο βάρος της Γερμανικής προελάσεως προς την Κριμαία και τον Καύκασο και όχι προς την Σοβιετική πρωτεύουσα Μόσχα.

 

3.Η ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΤΩΝ ΚΙΜΜΕΡΙΩΝ ΕΙΣ ΤΟΝ Β. ΕΥΞΕΙΝΟ ΠΟΝΤΟ ΚΑΙ Η ΥΠΟ ΤΩΝ ΣΚΥΘΩΝ ΕΚΔΙΩΞΙΣ ΤΟΥΣ


Εις κάποιο απροσδιόριστο χρονικό σημείο της πρωϊμου ιστορικής εποχής και σίγουρα μετά την μετάβαση του Ορέστη εις την Ταυρική και το τέλος της ηρωϊκής εποχής, οι Κιμμέριοι κυριάρχησαν εις την νότιο Σκυθία πέριξ του βορείου Ευξείνου Πόντου.


Η κυριαρχία των Κιμμερίων εις τη περιοχή αυτή αποδεικνύεται από διάφορα τοπωνύμια της περιοχής τα οποία διεσώζοντο μέχρι τουλάχιστον την Ρωμαϊκή εποχή:

«Και τώρα είναι μέν εις την Σκυθική Κιμμέρια τείχη, είναι δε πορθμεία Κιμμέρια, είναι δέ και χώρα με όνομα Κιμμερία, είναι δέ ο καλούμενος Βόσπορος Κιμμέριος» (Ηρόδοτος, Δ.12).

«Το δέ Κιμμερικό ήταν πρίν πόλη ιδρυμένη επί χερσονήσου, κλείουσα τον ισθμό με τάφρο και χώμα.
Εκέκτηντο δε κάποτε οι Κιμμέριοι μεγάλη δύναμη εις τον Βόσπορο, δια τούτο και ονομάσθηκε Κιμμερικός Βόσπορος» (Στράβων,11.2.5).


Ο Κιμμέριος Βόσπορος είναι ο σημερινός πορθμός του Κέρτς, μεταξύ της χερσονήσου της Κριμαίας και του Κουμπάν της Ν.Α. Ρωσίας.  Αλλά και η πρώην Ταυρική χερσόνησος ονομάσθηκε Κριμαία εκ παραφθοράς του Κιμμερία.

Η χερσόνησος της Κριμαίας ήταν, όχι τυχαία, το κέντρο του ισχυροτάτου κράτους των Κιμμερίων, λόγω της μεγάλης γεωπολιτικής σημασίας της, επιχθονίου, υποχθονίου, αλλά ίσως ακόμη και ουρανίας, αν συσχετισθεί η Ταυρική χερσόνησος με τον αστερισμό του Ταύρου.


Αρκεί δέ μία απλή ιστορική αναδρομή δια να διαπιστωθή η διαρκής γεωπολιτική σημασία της Κριμαίας από την εποχή των Κιμμερίων έως και σήμερα:



1.  Κατά την υστέρα κλασσική και ελληνιστική αρχαία εποχή η Κριμαία ήταν τμήμα του Ελληνικού βασιλείου του Κιμμερίου Βοσπόρου και αποτελούσε την εμπορική πύλη μεταξύ των Σκυθικών και των Μεσογειακών χωρών.


2.  Κατά τον 3ο και 4ο μ.Χ. αιώνα ήταν το κέντρο του κράτους των Γοτθικών φυλών και ορμητήριο των φοβερών επιδρομών τους προς την Ρωμαϊκή αυτοκρατορία


3.  Από τον 7ο έως τον 10ο μ.Χ. αιώνα ήταν το εμπορικό κέντρου του κράτους των Χαζάρων (και αυτοί υποχθονίας καταγωγής όπως οι Κιμμέριοι).


4.  Από τον 15ο έως και τον 18ο μ.Χ. αιώνα οι Ρώσοι διεξήγαγαν σκληρούς πολέμους δια την κατάληψη της Κριμαίας, η οποία αποτελούσε το υπό Οθωμανική επικυριαρχία χανάτο των Τατάρων της Κριμαίας.

Η οριστική κατάληψις της Κριμαίας απετέλεσε το εφαλτήριο της Ρωσικής ναυτικής κυριαρχίας εις τον Εύξεινο Πόντο και της προσπαθείας καθόδου εις την Μεσόγειο θάλασσα.


5. Μεταξύ του 1854-1856 διεξήχθη ο Κριμαϊκός πόλεμος, κατά τον οποίο οι συνασπισμένοι Άγγλοι (απόγονοι των Κιμμερίων) και Γάλλοι, επιτέθηκαν εις την Κριμαία, ακριβώς δια να ανακόψουν την δι’αυτής κάθοδο των Ρώσων εις την Μεσόγειο θάλασσα.


6.  Κατά τον Β΄Παγκόσμιο πόλεμο οι Γερμανοί και οι Σοβιετικοί διεξήγαγαν φοβερές μάχες δια την κατοχή της Κριμαίας, την οποία ο ίδιος ο Χίτλερ θεωρούσε το κλειδί δια την επί του Ευξείνου Πόντου κυριαρχία.

7.  Και σήμερα η γεωπολιτική σημασία της Κριμαίας είναι τεραστία, καθώς μάλιστα εις την Σεβαστούπολη της Κριμαίας είναι ο κύριος ναύσταθμος του πανισχύρου Ρωσικού στόλου του Ευξείνου Πόντου.


Η κυριαρχία των Κιμμερίων εις την ανωτέρω περιοχή έληξε με την επίθεση των Σκυθών, την οποία περιγράφει ο Ηρόδοτος (Δ.11.):

Οι νομάδες Σκύθες της Ασίας, πιεζόμενοι με πόλεμο από τους Μασσαγέτες, διέβησαν τον ποταμό Αράξη (σημερινό Βόλγα) και εισέβαλαν εις την χώρα των Κιμμερίων.

Πληροφορηθέντες οι Κιμμέριοι την Σκυθική επιδρομή, συνεδρίασαν δια το τι έπρεπε να πράξουν και υπήρξαν δύο αντίθετες γνώμες.

Ο λαός ήθελε να εγκαταλείψουν αμαχητί την χώρα τους, ενώ οι βασιλείς των Κιμμερίων ήθελαν να αντισταθούν εις τους Σκύθες εισβολείς.

Τελικά, ο λαός των Κιμμερίων ετοιμάσθηκε δια την εγκατάλειψη της χώρας τους, ενώ οι βασιλείς τους αποφάσισαν να πεθάνουν εις την χώρα τους.

Δια τούτο εχωρίσθησαν εις δύο ισάριθμες ομάδες και αλληλοφονεύθησαν εις μονομαχία.

Ο λαός έθαψε τους βασιλείς εγγύς του ποταμού Τύρη (σημερινού Δνειστέρου), εις τάφο εμφανή μέχρι την εποχή του Ηροδότου και έπειτα εκκένωσαν τη χώρα, την οποία οι Σκύθες κατέλαβαν έρημη.


Δεν αναφέρεται πόσοι ήσαν οι βασιλείς των Κιμμερίων, αλλά σίγουρα αφού εσχήματισαν δύο ισάριθμες ομάδες ήσαν ζυγός αριθμός, ίσως εβδομήντα δύο, αφού τόσοι θεωρούνται και οι βασιλείς των υποχθονίων όντων.


Η ανωτέρω συμπεριφορά των Κιμμερίων βασιλέων ερμηνεύεται ως εξής:
Καθώς ήσαν ως ηγεμονική τάξη, καθαρότεροι απόγονοι των υποχθονίων δρακοειδών προγόνων των Κιμμερίων εγνώριζαν πολύ καλύτερα από τον λαό, ο οποίος ασφαλώς είχε μικρότερο ποσοστό ερπετοειδούς προσμίξεως, την γεωπολιτική σημασία της χώρας τους και δια τούτο ήθελαν να αντισταθούν εις τους Σκύθες.

Η δε μέχρι θανάτου μονομαχία τους είχε σαφώς τελετουργικό χαρακτήρα, ίσως ως προσφορά «βασιλικού αίματος» προς τους «θεούς» δράκοντες.

Προς επιβεβαίωση της ανωτέρω διηγήσεώς του, ο Ηρόδοτος επικαλείται και τις πληροφορίες του Αριστέως του Προκοννησίου (Δ.13-16).

Ο Αριστέας ήταν επιφανέστατος πολίτης της Προκοννήσου, Ελληνικής πόλεως της Προποντίδος, ο οποίος πέθανε όταν εισήλθε εις τα εργαστήριο ενός λευκαντού υφασμάτων.

Τότε ο λευκαντής έκλεισε το εργαστήριό του και έφυγε δια να ειδοποιήση τους συγγενείς του Αριστέα.

Ενώ, όμως η είδησις δια τον θάνατο του Αριστέα είχε διαδοθεί εις την Προκόννησο, έφθασε εις την πόλη, από την πόλη Αρτάκη, κάποιος Κυζικηνός, ο οποίος ισχυρίζετο ότι, είχε συναντήσει τον Αριστέα να πηγαίνει εις την Κύζικο και είχε συνομιλήσει μαζί του.


Τότε, οι συγγενείς του Αριστέα πήγαν εις το εργαστήριο δια την σορό του Αριστέως, όπου «ανοιχθέντος δε του οικήματος, ούτε νεκρός ούτε ζών εφαίνετο ο Αριστέας.

Μετά δέ από επτά έτη, εφάνη αυτός εις την Προκόννησο και εποίησε αυτά τα έπη, τα οποία τώρα καλούνται υπό των Ελλήνων Αριμάσπεια.

Ποιήσας δε αυτά εξαφανίσθηκε δια δεύτερη φορά».

Κατά την εποχή πλέον του Ηροδότου, όταν αυτός είχε επισκεφθεί την Προκόννησο και το Μεταπόντιο, «διακόσια σαράντα έτη μετά την δευτέρα εξαφάνιση του Αριστέως», όπως έλεγαν οι Μεταποντίνοι, εμφανίσθηκε εις την πολη τους ο Αριστέας και τους προσέταξε να κατασκευάσουν βωμό του Απόλλωνος και πλησίν αυτού ανδριάντα με την επωνυμία του Αριστέως του Προκοννησίου, διότι αυτοί ήσαν οι μόνοι Ιταλιώτες, εις τους οποίους πήγε ο Απόλλων, συνοδευόμενος από τον Αριστέα, που όταν ακολουθούσε όμως τον θεό ήταν κόραξ.


Αφού είπε αυτά ο Αριστέας εξαφανίσθηκε και πάλι.

Οι έκπληκτοι Μεταποντίνοι ερώτησαν το μαντείο των Δελφών τι ήταν αυτό το εμφανισθέν φάσμα και η Πυθία τους προσέταξε να πεισθούν εις το φάσμα του Αριστέως, όπως και έπραξαν οι Μεταποντίνοι.


Ο Αριστέας αφηγείτο εις τα «Αριμάσπεια έπη» ότι: «φοιβόληπτος γενόμενος έφθασε εις τους Ισσηδόνες, υπέρ δε των Ισσηδόνων κατοικούν οι Αριμασπό, άνδρες μονόφθαλμοι, υπέρ δε τούτων οι χρυσοφύλακες γρύπες, υπέρ δε τούτων οι Υπερβόρειοι, φθάνοντες έως την θάλασσα.

Εκ τούτων, πάντες πλήν των Υπερβορείων, αρξάντων των Αριμασπών, πάντα επιτίθενται εις τους πλησιοχώρους τους.


Και υπό μέν τω Αριμασπών οι Ισσηδόνες εξώθηκαν εκ της χώρας τους, υπό δε των Ισσηδόνων οι Σκύθες, οι δε οικούντες επί την νότια θάλασσα Κιμμέριοι, πιεζόμενοι υπό των Σκυθών εγκατέλειψαν την χώρα τους».




Ο Αριστέας ισχυρίζετο ότι, έλαβε τις ανωτέρω πληροφορίες δια μέν τις μέχρι των Ισσηδόνων περιοχές εξ αυτοψίας δια δε τις υπέρ των Ισσηδόνων χώρες εκ των όσων του είπαν οι Ισσηδόνες.


Ο Αριστέας λοιπόν με την θαυμαστή παρέμβαση του θεού Απόλλωνος, μετέβη με μυστηριώδη τρόπο (ίσως τηλεμεταφέρθηκε ακαριαία) εις την σημερινή Σιβηρία, όπου κατοικούσαν οι Ισσηδόνες, όπου και συγκέντρωσε τις πληροφορίες του δια να συγγράψει τα Αριμάσπεια έπη.

Εις την συνέχεια ο Απόλλων τον ανεβίβασε εις μία ανωτέρα πνευματική βαθμίδα, καθιστώντας τον αθάνατο δαίμονα και ούτως ελατρεύετο υπό των Μεταποντίνων κατά την εποχή του Ηροδότου.


Δεν είναι βεβαίως καθόλου τυχαία η τελευταία εμφάνισις του φοιβολήπτου Αριστέως εις το Μεταπόντιο της Ιταλίας, αφού εκεί είχε δράσει με θαυμαστό τρόπο και ο επίσης εκλεκτός του Απόλλωνος, φιλόσοφος Πυθαγόρας.


Άλλωστε, Μεταπόντιο=μετά+πόντος και πόντος (κατά την πρωταρχική σημασία της λέξεως)=δίοδος, ατραπός (εκ του οποίου και pons=γέφυρα εις τα λατινικά).


Το Μεταπόντιο λοιπόν ήταν η απόληξις κάποιας ουρανίας και θείας διόδου του θεού Απόλλωνος και των εκλεκτών του.

Η εκδίωξις λοιπόν των Κιμμερίων υπό των Σκυθών επιβεβαιώνεται και με θείο τρόπο δια του φοιβολήπτου Αριστέως.

Παράλληλα, η περί του Αριστέως διήγησις βοηθά και εις τον κατά προσέγγιση χρονικό προσδιορισμό της φυγής των Κιμμερίων.


Αφού, η εποχή των γραφομένων του Ηροδότου είναι περίπου μεταξύ 450-440 π.Χ. και ο Αριστέας εζησε 247 έτη πρίν, μετά την περιγραφομένη υπ’αυτού φυγή των Κιμμερών, συμπεραίνουμε ότι, αυτή τοποθετείται το αργότερο μέχρι τα τέλη του 8ου π.Χ. αιώνος.


Τούτο, επιβεβαιώνεται και από Ασσυριακές επιγραφές του 714 π.Χ., οι οποίες αναφέρουν δια τους Κιμμερίους, αποκαλώντας τους «Gimirri», ότι συμμάχησαν με τους Ασσυρίους κατά του βασιλείου της Ουραρτού, δηλαδή της σημερινής Αρμενίας.


Επομένως, ήδη από τότε οι Κιμμέριοι είχαν εκδιωχθεί εκ του Β. Ευξείνου Πόντου και ευρίσκοντο εις τον Ν. Καύκασο.


Από εκεί επρόκειτο να κατέλθουν συντόμως εις την Μέση Ανατολή και να αλλάξουν τον ρού της ιστορίας.


 

4.  Η ΕΙΣΒΟΛΗ ΤΩΝ ΚΙΜΜΕΡΙΩΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΑΣΙΑ



Δια την πορεία των Κιμμερίων μετά την φυγή τους από την Ν. Σκυθία, υπάρχουν δύο εν μέρει διαφορετικές εκδοχές:


Κατά τον Ηρόδοτο (Δ.12): «Φαίνεται δέ ότι, οι Κιμμέριοι διαφεύγοντες από τους Σκύθες εις την Ασία, αποίκισαν την χερσόνησο, εις την οποία τώρα έχει ιδρυθεί η Ελληνική πόλις Σινώπη.

Είναι δέ φανερό και ότι, οι Σκύθες καταδιώξαντες αυτούς, έσφαλαν ως προς τη οδό και εισέβαλαν εις την Μηδική γή.

Διότι, οι μέν Κιμμέριοι έφευγαν πάντα παρά την θάλασσα, οι δέ Σκύθες έχοντες εις τα δεξιά τον Καύκασο, τους εδίωκαν, μέχρι που εισέβαλαν εις την Μηδική γή, τραπέντες προς την μεσόγεια οδό».



Κατά τον Πλούταρχο (Βίος Μαρίου,11.8):
«Άλλοι δέ λένε ότι, οι Κιμμέριοι οι οποίοι πρώτα έγιναν γνωστοί υπό των παλαιών Ελλήνων, δεν ήταν μεγάλο μέρος του παντός, αλλά λόγω κάποιας φυγής ή στάσεως, εξαναγκασθέντες υπό των Σκυθών, διαπέρασαν από την Μαιώτιδα εις την Ασία, υπό την ηγεσία του Λυγδάμιος.

Το δέ πλείστο και μαχιμώτατο μέρος αυτών, κατοίκησε εις τα έσχατα μέρη παρά την εξωτερική θάλασσα, νεμόμενο γή σκιερή και δαχώδη και δυσήλιο παντού εξαιτίας του βάθους και της πυκνότητος των δρυμών, οι οποίοι φθάνουν εσωτερικώς έως τους Ερκυνίους».



Είναι πολύ πιθανόν ότι, κάποιοι Κιμμέριοι κατέφυγαν από τότε (τέλη 8ου π.Χ. αιώνος) εις την Β.Δ. Ευρώπη, πλησίον της Βαλτικής και της Βορείου θαλάσσης, όμως οπωσδήποτε, δεν ήταν το μεγαλύτερο και μαχιμώτατο τμήμα των Κιμμερίων, αφού οι εισβάλοντες εις την Ασία ορδές των Κιμμερίων αναφέρονται από τις αρχαίες πηγές ως αναρίθμητες και μαχιμώτατες.

Και τούτο δεν θα συνέβαινε αν οι εις την Ασία εισβάλοντες Κιμμέριοι ήσαν ένα μικρό τμήμα της όλης φυλής τους.


Άλλωστε, ο Ηρόδοτος που πήρε τις πληροφορίες τους από τους Έλληνες και Σκύθες του Ευξείνου Πόντου είναι σαφώς πιο αξιόπιστη πηγή από τον Πλούταρχο, ο οποίος μάλιστα γράφει πέντε αιώνες μετά τον Ηρόδοτο, ο οποίος είναι πολύ εγγύτερος χρονικά προς την φυγή των Κιμμερίων.

Όσον αφορά δέ το ότι, οι Σκύθες κατεδίωξαν τους Κιμμερίους μετά την φυγή τους, οφείλεται πιθανώς εις την θέληση των ανθρωποποιημένων πλέον Σκυθών, να εξοντώσουν τους δρακογόνους Κιμμερίους.


Δια τούτο και τους κατεδίωξαν εις τον Καύκασο, πιστεύοντες ότι, οι Κιμμέριοι θα κατευθύνοντο προς τους επίσης δρακογόνους Σαυρομάτες και τις υποχθόνιες πύλες του Καυκάσου.

Οι Κιμμέριοι όμως ακολούθησαν την παραθαλάσσια οδό του ανατολικού Ευξείνου Πόντου και κατέφυγαν εις την οχυρά χερσόνησο της μετέπειτα Σινώπης, εις την Β.Α. Μικρά Ασία.

Από εκεί άρχισαν τις φοβερές επιδρομές τους προς την Ασσυριακή αυτοκρατορία και τα Μικρασιατικά κράτη, τις οποίες περιγράφουν οι ευρεθείσες Ασσυριακές επιγραφές, ο Ηρόδοτος και ο Στράβων.

Αρχικώς το 714 π.Χ. οι Κιμμέριοι συμμάχησαν με τους Ασσυρίους και τους βοήθησαν να συντρίψουν το Πρωτοαρμενικό βασίλειο της Ουραρτού.

Στην συνέχεια όμως οι Ασσύριοι αντιλήφθησαν τι είδους «συμμάχους» είχαν, αφού αμέσως οι Κιμμέριοι άρχισαν τις μακροχρόνιες επιδρομές τους εις τα εδάφη της Ασσυριακής αυτοκρατορίας.

Μάλιστα, ο ίδιος ο βασιλεύς των Ασσυρίων, Σαργών Β΄, ο οποίος είχε διαπράξει το λάθος να συμμαχήση με τους Κιμμερίους, φονεύθηκε εις μάχη εναντίον τους το 705 π.Χ.

Οι Κιμμέριοι συνέχισαν τις επιδρομές τους κατά των Ασσυρίων, εισβάλοντες εις την Κιλικία, μέχρις ότου ο Ασσύριος βασιλεύς Εσαρχαδών τους κατενίκησε εις μάχη περί την Καππαδοκία το 679 π.Χ..

Δεν έπαυσαν όμως εντελώς τις επιθέσεις τους κατά των Ασσυρίων και είναι μάλιστα πολύ πιθανόν ότι, συμμετείχαν μαζί με τους Βαβυλωνίους και τους Μήδους εις την άλωση της Ασσυριακής πρωτεύουσας Νινευή και την επακολουθήσασα πτώση της Ασσυριακής αυτοκρατορίας το 612 π.Χ.Διότι, ο Ηρόδοτος (Α.103) αναφέρει ότι, ενώ οι Μήδοι και οι σύμμαχοί τους , πολοιορκούσαν την Νινευή, έφθασε προς βοήθεια των Ασσυρίων ισχυρή Σκυθική στρατιά υπό τη ηγεσία του Πρωτοθύη, οι οποίοι ήσαν αυτοί που είχαν εισβάλει εις την Ασία καταδιώκοντες τους Κιμμερίους.

Αφού λοιπόν εβοήθησαν οι Σκύθες τους εχθρούς των Μήδων είναι προφανές ότι, σύμμαχοι των Μήδων ήσαν οι Κιμμέριοι

Μετά την απόκρουσή τους από τους Ασσυρίους, οι Κιμμέριοι έστρεψαν τις επιδρομές τους κυρίως προς τα δυτικά, εις την Κ. Μικρά Ασία:

Ο Στράβων αναφέρει σχετικά: «Και οι Κιμμέριοι, τους οποίους ονομάζουν και Τρήρες, ή κάποιο έθνος εκείνων, πολλάκις επέδραμαν εις τα δεξιά μέρη του Πόντου και τα συνεχή αυτών, πότε μέν εισβάλοντες κατά των Παφλαγόνων, πότε δέ και κατά των Φρυγών, όταν όπως λένε ο Μίδας πέθανε πίνοντας αίμα ταύρου». (1.3.21)

Αφού, οι Κιμμέριοι συνέτριψαν ολοκληρωτικά το βασίλειο της Φρυγίας, άνοιξε ο δρόμος δια να επιτεθούν και εις την Δ. Μικρά Ασία, όπου κυριαρχούσαν το Λυδικό βασίλειο και οι Ελληνικές πόλεις των Ιώνων, Αιολών και Δωριέων.


Ο Ηρόδοτος αναφέρει σχετικά:
«Θα μνημονεύσω δε τον Άρδυ του Γύγη, τον μετά τον Γύγη βασιλεύσαντα.Αυτός δε κατέλαβε την Πριήνη και εισέβαλε εις την Μίλητο.

Και επί της ηγεμονίας τούτου εις τις Σάρδεις, οι Κιμμέριοι εκδιωχθέντες από την πατρίδα τους υπό των νομάδων Σκυθών, έφθασαν εις την Ασία και κατέλαβαν τις Σάρδεις πλήν της ακροπόλεως». (Α.15)

«Τον Άρδυ που βασίλευσε πενήντα παρά ένα έτη, διεδέχθη ο Σαδυάττης του Άρδυος και εβασίλευσε δώδεκα έτη, τον Σαδυάττη δέ ο Αλυάττης.

Αυτός δέ επολέμησε τον Κυαξάρη τον απόγονο του Δηϊόκη και τους Μήδους και εξεδίωξε εκ της Ασίας τους Κιμμερίους».(Α.16).


Ο Στράβων αναφέρει σχετικά:
«Ο Λύγδαμις δὲ οδηγών τούς δικούς του προήλασε μέχρι την Λυδία και την Ἰωνία και κατέλαβε τις Σάρδεις͵ φονεύθηκε δέ εις την Κιλικία». (1.3.21)

«Λέει δέ ο Καλλισθένης, ότι οι Σάρδεις αλώθησαν πρώτα υπό των Κιμμερίων, έπειτα υπό των Τρηρών και των Λυκίων, το οποίο δηλώνει και ο Καλλίνος ο της ελεγείας ποιητής….Λέγει δέ ο Καλλίνος ότι, η έφοδος των Κιμμερίων έγινε επί των Ησιονέων, κατά την οποία αλώθησαν οι Σάρδεις». ( 13.4.8)

«Και παλαιά δέ συνέβη να καταστραφούν εντελώς οι Μάγνητες (εννοεί την Μαγνησία του Μαιάνδρου της Ν.Δ. Μικράς Ασίας) υπό των Τρηρών, Κιμμερικού έθνους…

Ο Καλλίνος μνημονεύει και κάποια άλλη πρεσβυτέρα έφοδο των Κιμμερίων, όταν λέει, τώρα δέ έρχεται ο στρατός των οβριμοεργών (που πράττουν ισχυρά έργα, βιαιοπραγούντες) Κιμμερίων, όπου δηλώνει την άλωση των Σάρδεων». (14.1.40)

Ο Καλλίμαχος αναφέρει σχετικά:
«Το οποίο (εννοεί το ιερό της Αρτέμιδος εις την Έφεσο) ανοήτως απείλησε να καταστρέψει ο υβριστής Λύγδαμις, όταν οδήγησε τον ίσο προς την άμμο στρατό των ιππημολγών (οι αρμέγοντες φοράδες) Κιμμερίων, οι οποίοι κατοικούν κεκλιμένως παρ’αυτόν τον πόρο της Ιναχιώνης βοός.
Ά, ο δειλός των βασιλέων, πόσο έλαθε.
Διότι, δεν έμελλε ούτε αυτός, ούτε άλλος των όσων έστησαν τις άμαξές τους εις τον Καϋστριο λειμώνα, να επιστρέψουν εις την Σκυθία.
Διότι πάντα τα δικά σου τόξα (εννοεί της θεάς Αρτέμιδος) πρόσκεινται της Εφέσου». (Ύμνος εις Άρτεμιν)


Συνδυάζοντας τις ανωτέρω αναφορές, ανασυντίθεται ως εξής η ιστορία των Κιμμερικών επιδρομών εις την Δ. Μικρά Ασία:

Οι Κιμμέριοι, επί της βασιλείας του Άρδυος (678-629 π.Χ.), εκμεταλλεύομενοι τις διαμάχες των Λυδών και των Ιώνων, επετέθησαν εις τους Λυδούς, τους συνέτριψαν και κατέλαβαν ακόμη και την πρωτεύουσα των Σάρδεων πλήν της ακροπόλεως.

Εις την συνέχεια επετέθησαν προς τις Ελληνικές πόλεις της Ασίας, χωρίς όμως να καταλάβουν καμμία πόλη πλήν της Μαγνησίας του Μαιάνδρου.

Οι Κιμμέριοι επετέθησαν και κατά της Εφέσου, με τον αλαζόνα αρχηγό τους Λύγδαμι να απειλεί ανοήτως ότι, θα κατέστρεφε το υπέρτατο ιερό της Εφεσίας Αρτέμιδος.

Εκεί, οι Κιμμέριοι ενικήθησαν από τον στρατό των Εφεσίων και των άλλων Ελλήνων, με την βοήθεια της θεάς Αρτέμιδος, όπως υποδηλώνει ο Καλλίμαχος.

Τελικά, μετά από πολυετείς καταστροφικές επιδρομές, οι Κιμμέριοι κατετροπώθησαν οριστικά υπό του Λυδού βασιλέως Αλυάττου (617-560 π.Χ.).

Κατά τον Πολύαινο (Ζ..2.Αλυάττης) σημαντικός παράγων δια την νίκη του Αλυάττη, ήταν το ότι, εχρησιμοποίησε αλκιμωτάτους κύνες οι οποίοι αντιμετώπισαν τους έχοντες «αλλόκοτα και θηριώδη σώματα» Κιμμερίους, ως θηρία.

Είναι προφανές ότι, τότε οι Κιμμέριοι διατηρούσαν ακόμη εξωτερικά γνωρίσματα της ερπετοειδούς καταγωγής τους, πιθανόν τις κάθετες ερπετικές κόρες των οφθαλμών τους, ίχνη ουρών και φολίδων και εν γένει απεχθή χαρακτηριστικά προσώπων.

Εις την νίκη του Αλυάττη είναι προφανές ότι, ήταν σημαντικός παράγων και οι Έλληνες οπλίτες οι οποίοι αποπτελούσαν κιυρίως το πεζικό του Λυδικού στρατού, αφού οι Λυδοί ήσαν κυρίως ιππείς.

Όλες οι ανωτέρω εισβολές των Κιμμερίων όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος (Α.6.) είχαν αποκλειστικώς ληστρικό χαρακτήρα και όχι μονίμου κατακτήσεως, αφού οι αγριώτατοι Κιμμέριοι εγνώριζαν μόνο να ληστεύουν και να φονεύουν και δεν ηδύναντο βεβαίως να συγκροτήσουν οργανωμένο κράτος.

Μετά την νίκη του Αλυάττη η Ασία απαλλάχθηκε από τους Κιμμερίους, οι οποίοι θα επανεμφανίζονταν πλέον μετά από πολλούς αιώνες.



 5.  ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΩΝ ΚΙΜΜΕΡΙΚΩΝ ΕΠΙΔΡΟΜΩΝ


Δια να εντοπισθούν οι συνέπειες των Κιμμερίων επιδρομών εις την Ασία, πρέπει πρώτα να ληφθή υπ’όψιν η καταγωγή των εθνών εις τους οποίους κυρίως επετέθησαν οι Κιμμέριοι, δηλαδή των Αρμενίων , Ασσυρίων, Φρυγών, Λυδών και των Ελλήνων αποίκων της Μικράς Ασίας.

Δια τους Λυδούς ο Ηρόδοτος αναφέρει:

«Η δε ηγεμονία ούτως περιήλθε, ούσα των Ηρακλειδών, εις το γένος του Κροίσου…ο Κανδαύλης, τον οποίον οι Έλληνες ονομάζουν Μυρσίλο, ήταν τύραννος των Σαρδίων, απόγονος δέ του Αλκαίου του Ηρακλέους. Διότι, ο Άγρων μέν, υιός του Νίνου, υιού του Βήλου, υιού του Αλκαίου, έγινε ο πρώτος βασιλεύς των Σαρδίων». (Α.7)

«Οι Λυδοί έχουν νόμους παραπλησίους των Ελλήνων….». (Α.94)

«Οι Λυδοί, είχαν όπλα ομοιότατα των Ελληνικών…..αυτοί δε (οι Μυσοί) είναι άποικοι Λυδών». (Ζ.74)


Αφού οι Λυδοί είχαν βασιλική δυναστεία Ηρακλειδών, παραπλησίους των Ελλήνων νόμους (δηλαδή γραπτούς και αγράφους νόμους) και πολεμικό εξοπλισμό ομοιότατο του Ελληνικού, είναι προφανές ότι, ήσαν Ελληνικής καταγωγής.

Τούτο, αποδεικνύεται απολύτως και από το ότι, οι Ελληνοθρακικής καταγωγής Μυσοί ήσαν άποικοι των Λυδών.


Ούτως, εξηγείται ο σεβασμός των Λυδών βασιλέων και ιδίως του Κροίσου προς το μαντείο των Δελφών και η συμμαχία Λυδών και Λακεδαιμονίων.


Η υπό των Λυδών κατάκτησις των Ελληνικών αποικιών της Ασίας ήταν λοιπόν απλώς μία ενδοελληνική δυναστική διαμάχη και δια τούτο ουδέποτε οργανώθηκε πανελλήνια εκστρατεία κατά των Λυδών, αλλά αντιθέτως οι Ελλαδίτες ήσαν φίλοι και σύμμαχοί τους και κατά την επίθεση των Περσών εις την Λυδία.


Δια τους Φρύγες και τους Αρμενίους ο Ηρόδοτος αναφέρει:
«Οι δε Φρύγες, όπως λένε οι Μακεδόνες, εκαλούντο Βρίγες, όσο χρόνο όντες Ευρωπαίοι, ήσαν σύνοικοι των Μακεδόνων, μεταβάντες δε εις την Ασία, μαζί με τη χώρα και το όνομα μετέβαλαν εις Φρύγες. Οι Αρμένιοι δε ετάχθησαν με τους Φρύγες, όντες άποικοι των Φρυγών». (Ζ.74)

Επομένως, οι Φρύγες και οι άποικοί τους Αρμένιοι ήσαν επίσης Ελληνογενείς, Θρακομακεδονικής καταγωγής.

Δια τούτο άλλωστε και οι αδιαμφισβητήτως Έλληνες Τρώες συχνά αποκαλούντο και Φρύγες.


Δια τους Ασσυρίους, γνωρίζουμε ότι, πρώτος βασιλεύς τους και ιδρυτής της πρωτεύουσάς Νίνευί ή Νίνου, ήταν ο Νίνος, ο οποίος όμως όπως αναφέρει ανωτέρω ο Ηρόδοτος ήταν επίσης Ηρακλείδης.


Επίσης, οι Ασσύριοι είχαν ως υπέρτατο θεό τους τον ιερακοκέφαλο ηλιακό θεό Ασ-σούρ=Σείριο.


Αφού, όμως το γεράκι είναι σύμβολο του Απόλλωνος, ο οποίος είναι επίσης ο Ήλιος Σείριος, είναι προφανές ότι, οι Ασσύριοι είχαν ως υπέρτατο θεό τον Σείριο Ήλιο Απόλλωνα.


Και οι Ασσύριοι λοιπόν είχαν δεχθεί σημαντική Ελληνική επίδραση, πολιτιστική και φυλετική, καθώς και άλλοι λαοί της Μεσοποταμίας όπως ο συγγενής των Ασσυρίων λαός των Μιττάνι και οι Σουμέριοι. (Περί της Ελληνογενούς προελέυσεως της Ασσυριακής αυτοκρατορίας γίνεται αναλυτική αναφορά εις το βιβλίο «ΜΕΙΞΙΣ-ΑΝΑΚΥΚΛΗΣΙΣ» του διδασκάλου κ. Ιωάννου Φουράκη)


Οι λαοί λοιπόν που κυρίως υπέφεραν από τους Κιμμερίους ήσαν Ελληνογενείς ή υπό Ελληνική επίδραση και τούτο ασφαλώς δεν είναι τυχαίο, αφού οι υποχθόνιοι και δρακογόνοι Κιμμέριοι, όπως και οι σημερινοί απόγονοί τους, ήσαν και είναι αδιάλλακτοι εχθροί των Ελλήνων, ήτοι των επί της χθονός δυνάμεων του φωτός.

Αν λοιπόν οι Κιμμέριοι επικρατούσαν επί των Λυδών και των Ιώνων, θα τους κατέστρεφαν ολοκληρωτικά, όπως έπραξαν με τους Μάγνητες του Μαιάνδρου και όπως απειλούσε ο ασεβής Λύγδαμις δια τον ναό της Εφεσίας Αρτέμιδος.

Αν όμως είχαν καταστραφεί οι Έλληνες της Μικράς Ασίας, δεν θα είχε εμφανισθεί η κοσμοϊστορικης σημασίας Ιωνική φιλοσοφία που γέννησε την επιστήμη.

Και βεβαίως οι Έλληνες θα είχαν απωλέσει από τότε την ανατολικοαιγαιακή κοιτίδα τους με όσες γεωπολιτικές συνέπειες θα είχε τούτο. Π.χ. δεν θα είχε γίνει η εκπολιτιστική εκστρατεία του Αλέξάνδρου εις την Ασία.


Επομένως, η υπό των Ελλήνων της Ασίας απόκρουσις της Κιμμερικής εισβολής, ήτοι της πρώτης μεγάλης βαρβαρικής επιδρομής κατά των Ελλήνων, έσωσε τον Ελληνικό πολιτισμό και δύναται να παραβληθή προς την μετέπειτα απόκρουση των Περσών.


Παρά την απόκρουση όμως των Κιμμερίων, η εις την Ασία εισβολή τους είχε ανεπανόρθωτες αρνητικές συνέπειες.

Οι μακροχρόνιες επιδρομές τους κατά των Ασσυρίων, με αποκορύφωμα την καθοριστικής σημασίας συμμετοχή των Κιμμερίων συμμάχων των Μήδων εις την άλωση της Νινευή, αποδυνάμωσαν και εκλόνισαν ανεπανόρθωτα την Ασσυριακή αυτοκρατορία, αποτελώντας ουσιαστικά τον κύριο παράγοντα δια την πτώση της.

Η πτώση όμως των Ασσυρίων άνοιξε τον δρόμο δια την προέλαση των Μήδων και των διαδόχων τους Περσών προς την Μέση Ανατολή, με αποτέλεσμα την κατάκτηση της Μικράς Ασίας, της Μεσοποταμίας και της Αιγύπτου, καθώς και τους Περσικούς πολέμους.

Είναι βέβαιο ότι, αν συνέχιζε να υπάρχει το ισχυρότατο και πολεμικότατο κράτος των Ασσυρίων, το οποίο ουδέποτε είχε απειλήσει τους Έλληνες της Ασίας, ενώ αντιθέτως πολεμούσε λυσσωδώς τους Ιρανικούς και Σημιτικούς λαούς (Μήδους, Πέρσες, Συρίους, Εβραίους κ.λ.π.), ουδέποτε οι βάρβαροι Ιρανικοί λαοί θα είχαν απειλήσει την Μικρά Ασία.



Παράλληλα, οι Κιμμερικές επιδρομές αποδυνάμωσαν τις Ιωνικές πόλεις, κατέστρεψαν ολόκληρωτικά το ισχυρό Φρυγικό κράτος και ανέκοψαν την Λυδική ακμή, δηλαδή αποδυνάμωσαν εν γένει τους Έλληνες της Ασίας, καθιστώντας τους ευκολοτέρα λεία της μεταγενετέρας Περσικής επιδρομής.

Δεν είναι ασφαλώς τυχαίο το ότι, οι Κιμμέριοι αποκρούσθησαν οριστικά μόλις περί το 575 π.Χ. και ολιγότερον από τριάντα έτη μετά, το 546 π.Χ. οι Πέρσες κατέλαβαν την Μικρά Ασία.

Επομένως, οι Κιμμερικές επιδρομές είχαν αρνητική κοσμοϊστορική σημασία, αν και η υπό των Ελλήνων απόκρουσίς τους απέτρεψε ακόμη μεγαλύτερο κακό.

 

6.  Η ΕΠΑΝΕΜΦΑΝΙΣΙΣ ΤΩΝ ΚΙΜΜΕΡΙΩΝ ΩΣ ΚΙΜΒΡΩΝ



Μετά την ήττα τους από τον Αλυάττη, οι Κιμμέριοι εχάθησαν από το πρόσωπο της ιστορίας και είναι άγνωστο που κατέφυγαν.

Εικάζεται ότι, κατέφυγαν είτε εις την Καππαδοκία και Αρμενία, που τότε ήσαν υπό την εξουσία των συμμάχων Μήδων τους, είτε εις την περιοχή του σημερινού Ουζμπεκιστάν-Τατζικιστάν, όπου απετέλεσαν το Σκυθικό έθνος των Σακών.

Χωρίς να αποκλείεται να κατέφυγαν τμήματα των Κιμμερίων εις τις ανωτέρω περιοχές, είναι πολύ πιθανόν ότι, όλοι ή οι περισσότεροι διασωθέντες Κιμμέριοι πέρασαν εις την αρχέγονη υποχθόνια κοιτίδα του Καυκάσου.

Εκεί, ηδύναντο να «αναζωγονήσουν» την υποχθόνια-ερπετοειδή καταγωγή τους δια επιμειξιών με τους επίσης δρακογόνους Σαυρομάτες και άλλες υποχθόνιες φυλές της περιοχής και εις την συνέχεια να προχωρήσουν δια να συναντήσουν την άλλη Κιμμερική ορδή που είχε εξ αρχής, μετά την υπό των Σκυθών εκδίωξη, κατευθυνθεί προς την ΒΔ. Ευρώπη.


Η πορεία αυτή ηδύνατο να γίνη όχι μόνο επιχθονίως, αλλά και δια των υποχθονίων στοών του Καυκάσου και της Σκυθίας.


Πάντως ό,τι και να έγινε, οι Κιμμέριοι επανεμφανίσθησαν αποδεδειγμένα κατά τα τέλη του 2ου αιώνος π.Χ.


Ο Πλούταρχος (Βίος Μαρίου,11) αναφέρει σχετικά:
«Διότι, μόλις είχε αναγγελθεί εις αυτούς η σύλληψις του Ιουγούρθα, διεδίδοντο οι περί  Τευτόνων καὶ Κίμβρων φήμαι , οι οποίες εις την αρχή εθεωρούντο απίστευτες, λόγω του πλήθους και της ρώμης των επερχομένων στρατών, ύστερα δε άνησαν υποδεέστερες της αληθείας.

Διότι, προχωρούσαν τριακόσιοι χιλιάδες  μάχιμοι, ακολουθούμενοι από πολύ περισσοτέρους όχλους  παίδων και γυναικών, όπως ελέγετο, χρειαζόμενοι γή δια να θρέψει τόσο πλήθος και πόλεις εις τις οποίες εγκατασταθέντες θα ζούσαν, όπως επληροφορούντο ότι, πρό αυτών οι Κελτοί είχαν καταλάβει το άριστο τμήμα της Ιταλίας, παίρνοντάς το από τους Τυρρηνούς.

Και ήταν άγνωστο, λόγω της αμειξίας προς ετέρους και του μήκους της χώρας  την οποία διέσχισαν, τι άνθρωποι ήσαν ή πόθεν ορμηθέντες, έπεσαν ως νέφος εις την Γαλατία και την Ιταλία.

Και κυρίως εικάζετο ότι, ήσαν εκ των Γερμανικών γενών των κειμένων επί τον βόρειο ωκεανό, λόγω του μεγέθους των σωμάτων και των ανοικτοχρώμων ματιών τους και ότι, Κίμβρους επονομάζουν οι Γερμανοί τους ληστές.

Είναι δέ και αυτοί που λένε ότι, η Κελτική λόγω του βάθους και του μεγέθους της χώρας, εκτείνεται από την εξωτερική θάλασσα και τις υπάρκτιες περιοχές, έως την Μαιώτιδα προς τα ανατολικά, όπου συνορεύει με την Ποντική Σκυθία και ότι, από εκεί έχουν μειχθεί τα γένη.

Τούτοι μεταναστεύοντες, όχι εκ μίας ορμής, ούτε συνεχώς, αλλά προχωρούντες με πόλεμο την άνοιξη εκάστου έτους προς τα εμπρός, επί πολύ χρόνο διέσχισαν την ήπειρο.

Δι’αυτό αν και είχαν πολλές κατά μέρος επικλήσεις, κοινώς ονόμαζαν τον στρατό Κελτοσκύθες.

Άλλοι δέ λένε ότι, οι Κιμμέριοι οι οποίοι πρώτα έγιναν γνωστοί υπό των παλαιών Ελλήνων, δεν ήταν μεγάλο μέρος του παντός, αλλά λόγω κάποιας φυγής ή στάσεως, εξαναγκασθέντες υπό των Σκυθών, διαπέρασαν από την Μαιώτιδα εις την Ασία, υπό την ηγεσία του Λυγδάμιος.

Το δέ πλείστο και μαχιμώτατο μέρος αυτών, κατοίκησε εις τα έσχατα μέρη παρά την εξωτερική θάλασσα, νεμόμενο γή σκιερή και δαχώδη και δυσήλιο παντού εξαιτίας του βάθους και της πυκνότητος των δρυμών, οι οποίοι φθάνουν εσωτερικώς έως τους Ερκυνίους….. 

Από εκεί λοιπόν έγινε η έφοδος εις την Ιταλία τούτων των βαρβάρων, οι οποίοι εξ αρχής μέν προσαγορεύονταν Κιμμέριοι, τότε δὲ κατά πάσα πιθανότητα Κίμβροι.

Αλλά αυτά λέγονται μάλλον κατ’εικασία, παρά ως βεβαία ιστορία…».

Ο Διόδωρος αναφέρει σχετικά (5.32):

«Χρήσιμο δέ είναι να προσδιορίοσυμε και το παρά πολλών αγνοούμενο. Διότι, ονομάζουν Κελτούς τους κατοικούντες υπέρ της Μασσαλίας, εις τα μεσόγεια και τους παρά τις Άλπεις, ακόμη δέ τους επί τάδε των Πυρηναίων ορών.

Τούς δε υπέρ αυτής της Κελτικής, που είναι εγκατεστημένοι εις τα προς την άρκτο στραμμένα μέρη και παρά τον ωκεανό και το Ερκύνιο όρος και πάντες τους επομένους μέχρι της Σκυθίας, προσαγορεύουν Γαλάτες.


Οι δέ Ρωμαίοι πάλι, πάντα αυτά τα έθνη περιλαμβάνουν συλλήβδην εις μία προσηγορία, ονομάζοντες άπαντες Γαλάτες.


Οί αγριότατοι δέ είναι οι υπό τις άρκτους κατοικούντες και πλησιόχωροι της Σκυθίας και λένε ότι, κάποιοι τρώνε ανθρώπους,όπως και από τους Πρεταννούς οι κατοικούντες την ονομαζομένη Ίριν.


Καθώς δέ είναι διαβεβοημένη η αλκή και αγριότης τούτων, λένε κάποιοι ότι, τούτοι είναι οι καταδραμόντες άπασα την Ασία κατά τους παλαιούς χρόνους, ονομαζόμενοι Κιμμέριοι, καθώς ο χρόνος έφθειρε βραχέως την λέξη εις την προσηγορία των καλουμένων Κίμβρων.


Από παλαιά δέ έχουν ζήλο να επέρχονται δια να ληστεύουν τις αλλότριες χώρες και να καταφρονούν άπαντες.


Διότι, αυτοί είναι οι κυριεύσαντες την Ρώμη και συλήσαντες το ιερό των Δελφών και φορολογήσαντες  μεγάλο τμήμα της Ευρώπης και όχι ολίγο και της Ασίας και οι κατοικήσαντες την χώρα των υποταχθέντων, οι οποίοι δια την επιμειξία με τους Έλληνες εκληθησαν Ελληνογαλάτες, αυτοί δέ που τελευταία συνέτριψαν πολλά και μεγάλα στρατόπεδα των Ρωμαίων.


Ακολούθως δέ της αγριότητός τους και περί τις θυσίες ασεβούν ατόπως.Διότι, αφού φυλάξουν τους κακούργους επί πενταετηρίδα, τους ανασκολοπίζουν προς τιμή των θεών και τους καθαγιάζουν με πολλές απαρχές, κατασκευάζοντες παμμεγέθεις πυρές.


Χρησιμοποιούν δέ και τους αιχαμαλώτους ως θύματα δια τις τιμές προς τους θεούς.


Μερικοί δέ αυτών και τα κατά τον πολεμο ληφθέντα ζώα φονεύουν μετά των ανθρώπων ή τα κατακαίουν ή τα αφανίζουν με καποιες άλλες τιμωρίες.


Αν και έχουν  ωραίες γυναίκες, ελάχιστα προσέχουν αυτές, αλλά λυσσούν ατόπως δια τους εναγκαλισμούς με άρρενες.


Συνηθίζουν δέ να κοιμούνται καταγής επί δερμάτων θηρίων και να συγκυλιούνται εξ αμφοτέρων των μερών με εραστές.


Το δέ πάντων παραδοξότατο, αδιαφορούντες δια την ευσχημοσύνη τους, προσφέρουν ευκόλως εις ετέρους την ακμή του σώματος και δεν θεωρούν τούτο αισχρό, αλλά μάλλον όταν κάποιος, ενώ τον πλησιάζουν, δεν δεχθεί την διδομένη χάρη, τον θεωρούν άτιμο».


Συνδυάζοντας τις δύο ανωτέρω αναφορές, αποδεικνύεται ότι, οι Κιμμέριοι, μεταξύ του 8ου και 2ου πχ. αιώνων, διέσχισαν σταδιακά τις Σκυθικές πεδιάδες, πολεμώντας συνεχώς με όσους λαούς συναντούσαν, μέχρι που έφθασαν εις τις παρωκεάνιες χώρες της βορειοδυτικής Ευρώπης.

Είναι πιθανότατο ότι, κατά την αργή αυτή πορεία η Κιμμερική ορδή που είχε εξ αρχής κατευθυνθεί προς την Β.Δ. Ευρώπη επανενώθηκε με την άλλη Κιμμερική ορδή που είχε εκδιωθεί εκ της Ασίας και είχε εις την συνέχεια ενισχυθεί από τους Σαυρομάτες και άλλους υποχθονίους του Καυκάσου.

Οι επανενωθέντες πλέον Κιμμέριοι ενισχύθησαν περαιτέρω, τόσο αριθμητικώς, όσο και ως προς δρακογόνα καταγωγή τους και από άλλες αλλόκοτες και υποχθονίας προελεύσεως φυλές της Β.Α. Ευρώπης, όπως οι Ανδροφάγοι.

 Τελικά, κατά τα τέλη του 2ου π.Χ. εκ μικρής παραφθοράς του αρχικού ονόματός τους ονομάζονταν πλέον Κίμβροι, που εις τους Γερμανούς σήμαινε τους ληστές.


Αλλά και εις την Ελληνκή γλώσσα, η λέξις Κίμβρος σχετίζεται με την λέξη κίμβιξ=φιλάργυρος, δηλαδή και οι δύο λέξεις δηλώνουν τον άπληστο για υλικά αγαθά.


Όπως συνάγεται εκ της αναφοράς του Διοδώρου, οι Κίμβροι είχαν προχωρήσει μέχρι και τις Γαλατικές περιοχές (σημερινές χώρες Βέλγιο, Γαλλία, Βρεταννία και Ιρλανδία), εμφυτεύοντας τον ερπετικό γόνο τους (κυρίως εις τις ηγεμονικές τάξεις ώστε να ελέγχουν τους βαρβάρους όχλους) και δημιουργώντας ούτως νέες ανθρωποφαινότυπες ημιερπετοειδείς φυλές.


Την Κιμβρογαλατική επιμειξία υποδηλώνει και το ότι, κατά τον Πλούταρχο (Μάριος, 25) ο αρχηγός των Κίμβρων που πολέμησαν με τον Μάριο, ονομαζόταν Βοιώριξ, δηλαδή όνομα καθαρά Γαλατικό.


Μεταξύ αυτών των μικτών φυλών, κατά την γνώμη του Διοδώρου, ήσαν και αυτοί που επέδραμαν εις την Ιταλία τον 4ο π.Χ. αιώνα και εις την Ελλάδα τον 3ο π.Χ. αιώνα, ενώ πιθανότατα και οι ανθρωποφάγοι κάτοικοι της Ίριος, (σημερινής Ιρλανδίας) ήσαν Κιμβρικής προελεύσεως.

Αν και δεν υπάρχει άλλη ιστορική πηγή που να συσχετίζει αυτές τις «Γαλατικές» φυλές με τους Κίμβρους η κτηνωδεστάτη και ωμοτάτη συμπεριφορά τους αποτελεί ένα ισχυρό τεκμήριο.

Ειδικά, δια τους επιδραμόντες εις την Ελλάδα «Γαλάτες», ο Παυσανίας εις την αναλυτική αναφορά του εις τα Φωκικά, περιγράφει το μίσος τους κατά των Ελλήνων, την ασέβειά τους προς τους θεούς των Ελλήνων, με αποκορύφωμα την ηλιθία απόπειρά τους να συλήσουν το ιερό των Δελφών και τις απίστευτες ωμότητες που διέπραξαν κατά των Ελλήνων, ακριβώς όπως είχαν πράξει και οι Κιμμέριοι κατά των Ελλήνων της Ασίας.



Βεβαίως, και οι «Γαλάτες» επιδρομείς συνετρίβησαν από τους Έλληνες πολεμιστές, με αποκορύφωμα την θαυματουργή συντριβή τους εις το ιερό των Δελφών, όπου μάλιστα και πάλι οι Έλληνες μεταξύ άλλων εβοηθήσαν παρά της θεάς Αρτέμιδος, όπως είχε γίνει παλαιότερα εις την Έφεσο.


Βεβαίως, η γνώμη του Διοδώρου είναι φαινομενικώς αντίθετη με αυτή του Πλουτάρχου ότι, οι Κίμβροι δεν ανεμειγνύοντο με άλλους λαούς.


Εις την πραγματικότητα όμως, αφού πλέον οι Κίμβροι δια των επιμειξιών των προηγουμένων αιώνων είχαν σχηματίσει πολυάριθμες και ανθρωποφαινότυπες, ερπετοειδείς και ημιερπετοειδείς ορδές, δεν είχαν πλέον ανάγκη περαιτέρω επιμειξιών και απέφευγαν πλέον τις επιμειξίες δια να διατηρήσουν όσο το δυνατόν ανόθευτη την ερπετοειδή καταγωγή τους.


Άλλωστε, όπως αναφέρει ο Πλούταρχος (Μάριος, 15) οι Κιμβρικές ορδές διακρίνονταν εις τρία μέρη, τους Κίμβρους, τους Τεύτονες και τους Άμβρωνες.


Οι Κίμβροι, οι οποίοι ήσαν το ηγετικό τμήμα και από τους οποίους ονομαζόταν ολόκληρη η ορδή, ήσαν προφανώς οι καθαρότεροι απόγονοι των Κιμμερίων, με πρόσμειξη κυρίως με υποχθόνιες φυλές της Σκυθίας, ενώ οι Τεύτονες και οι Άμβρωνες ήσαν οι προελθόντες εκ της προσμείξεως των Κιμμερίων με Γαλατικούς και Γερμανικούς λαούς.


Δια τούτο και αυτές οι ορδές ονομάζονταν και Κελτοσκύθες, τόσο ως ανάμειξη κατ’ευρεία έννοια Σκυθικών και Κελτικών λαών, όσο και διότι κατοικούσαν εις την σημερινή Γερμανία και Δανία, μεταξύ δηλαδή Κελτιικών και Σκυθικών φυλών.


Μάλιστα, από τους Τεύτονες ονομάσθηκε ούτως αργότερα το σύνολο των Γερμανικών λαών και προήλθε εκ παραφθοράς και η σημερινή ονομασία της Γερμανίας Deutsce-land=γή των Τευτόνων.


Οι Κιμβρικές ορδές εξακολουθούσαν να διατηρούν τα χαρακτηριστικά των παλαιών Κιμμερίων.Ο Πλούταρχος αναφέρει σχετικά: (Μάριος, 16): «τους συνήθιζε να ανέχονται τους εχθρούς και να υπομένουν την φωνή τους, καθώς ήταν όλως αλλόκοτη και θηριώδης».


Ομοίως και ο Πολύαινος ¨(Η.10.Μάριος) αναφέρει: «Όταν οι Κίμβριοι και οι Τεύτονες, άγριοι άνθρωποι, μεγαλόσωμοι, που είχαν αλλόκοτες όψεις και θηριώδη φωνή, εισέβαλαν εις την Ιταλία…».

Βεβαίως, η αλλόκοτη εμφάνιση και η θηριώδης φωνή των Κιμβροτευτόνων ήσαν ίδια με των παλαιών Κιμμερίων, τους οποίους είχαν αντιμετωπίσει ως θηρία οι κύνες του Αλυάττη.


Δηλαδή και οι Κιμβροτεύτονες διατηρούσαν κάποια ερπετοειδή χαρακτηριστικά, μεταξύ των οποίων πιθανότατα οι κάθετες κόρες των οφθαλμών, ίσως ίχνη ερπετικών ουρών και φολίδων και εν γένει απεχθή και αλλόκοτη εμφάνιση.


Αυτή η απαίσια και αλλόκοτη μορφή των Κιμβροτευτόνων τρομοκρατούσε ακόμη και τους Ρωμαίους στρατιώτες, που ήσαν οι καλύτεροι και πιο πειθαρχημένοι στρατιώτες της εποχής και όχι βεβαίως ,όπως θεωρεί η «συμβατική» ιστορία, απλώς το μεγάλο ανάστημα των Κιμβροτευτόνων, αφού επί αιώνες οι Ρωμαίοι πολεμούσαν τους επίσης μεγαλοσώμους Γαλάτες.


Επίσης, οι Κιμβροτεύτονες διατηρούσαν τις ληστρικές συνήθειες και την ακαταμάχητη πολεμική ορμή των προγόνων τους, καθώς νικούσαν και καταλήστευαν όλους τους λαούς που συναντούσαν.


Ακόμη, εκτελούσαν φρικτές ανθρωποθυσιαστικές τελετές, με ανασκολοπισμούς και πυρές, προφανώς ως προσφορά αίματος προς τους «θεούς-δράκοντες», όπως η αρχέγονη «θεά-έχιδνα» των Κιμμερίων.


Και τέλος, είχαν ευρέως διαδεδομένη και καθιερώμενη την ομοφυλοφιλία, όπως και οι σημερινοί απόγονοί τους Αγγλοσάξονες.


Ακολουθώντας αυτές οι πανίσχυρες ορδές τα βήματα των προγόνων τους, άρχισαν πλέον κατά τα τέλη του 2ου π.Χ. αιώνος τις φοβερές επιδρομές τους εις την δυτική Ευρώπη, με απώτερο στόχο την καταστροφή της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.


 

Πηγή αρχείο παλιών ΑΤΤΙΚΩΝ ΝΕΩΝ http://attikanea.blogspot.com/2016/11/blog-post_251.html

Προβολές : 1,825


Μοίρασέ το:



Ετικέτες: , , , , , , , ,

ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ


Ορισμένα αναρτώμενα από το διαδίκτυο κείμενα ή εικόνες, θεωρούμε ότι είναι δημόσια. Αν υπάρχουν δικαιώματα συγγραφέων, παρακαλούμε ενημερώστε μας, για να τα αφαιρέσουμε. Επίσης, σημειώνεται ότι οι απόψεις του ιστολογίου, μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου. Για τα άρθρα που δημοσιεύονται εδώ, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε, καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιοδνήποτε τρόπο, το ιστολόγιο. Ο διαχειριστής του ιστολογίου, δεν ευθύνεται για τα σχόλια και τους δεσμούς που περιλαμβάνει. Τονίζουμε ότι υφίσταται μετριασμός των σχολίων και παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, να έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
  • Κάθε γνώμη είναι σεβαστή, αρκεί να αποφεύγονται ύβρεις, ειρωνείες, ασυνάρτητος λόγος και προσβλητικοί χαρακτηρισμοί, πολύ περισσότερο σε προσωπικό επίπεδο, εναντίον των συνομιλητών ή και των συγγραφέων, με υποτιμητικές προσφωνήσεις, ύβρεις, υπονοούμενα, απειλές ή χυδαιολογίες.>
  • Μην δημοσιεύετε άσχετα με το θέμα σχόλια.
  • Ο κάθε σχολιαστής, οφείλει να διατηρεί ένα μόνον όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
  • Με βάση τα παραπάνω, η διαχείριση, διατηρεί το δικαίωμα μη δημοσίευσης σχολίων, χωρίς καμία άλλη προειδοποίηση.
  • Επιπλέον σας τονίζουμε, ότι το ιστολόγιο, λειτουργεί σε εθελοντική βάση και ως εκ τούτου, τα σχόλια θα αναρτώνται μόλις αυτό καταστεί δυνατόν.

Διαβάστε ακόμα