Γράφει η Σπυριδούλα Σγουρου
Κάπου εκεί γύρω λοιπόν, πλησιάζοντας στα πενήντα, καταλαβαίνεις πια για πόσο ασήμαντα πράγματα στεναχωριόσουν και συνειδητοποιείς πως ενώ σήκωνες βουνά στους μικρούς σου ώμους για χρόνια ποτέ δεν είπες και ένα μπράβο στον εαυτό σου.
Ακόμα κι όταν σε πλήγωναν ή σε πρόσβαλλαν εσύ προσπαθούσες να κρατήσεις μια ευγένεια, για να μη γίνουν τα πράγματα χειρότερα, για να αποφύγεις ίσως καταστάσεις που δεν αφορούσαν μόνο εσένα αλλά και αγαπημένα σου πρόσωπα. Νόμιζες πως με αυτόν τον τρόπο θα έδινες ένα αξιοπρεπές τέλος , σε κάτι που αντιδρώντας θα μπορούσε να εξελιχθεί σε τσουνάμι.
Εξάλλου μεγάλωσες ακούγοντας τη φράση “τι θα πει ο κόσμος” , αμέτρητες φορές.
Κανείς δεν σου έμαθε πως μπορείς , έχεις το δικαίωμα να αρνηθείς όταν δεν συμφωνείς με κάτι.
Άραγε σου έμαθε κανείς πως η ζωή είναι μικρή και αναλώσιμη και ότι στις χειρότερες σου στιγμές ο κόσμος απλώς θα συνεχίζει να υπάρχει χωρίς να ενδιαφέρεται για τα βράδια που ξαπλωμένη στο κρεβάτι σου έγλειφες τις πληγές σου , βουβά για να μην ενοχλήσεις κανένα. Έβαζες πάντα τον εαυτό σου τελευταίο γιατί αυτό σου έμαθαν.
Μεγάλωσες για να ευχαριστείς τους πάντες , εκπαιδεύτηκες σαν στρατιώτης να ανταπεξέρχεσαι στους κοινωνικούς σου ρόλους με επιτυχία για να είναι όλοι ευχαριστημένοι.
Μόνο που ξέχασες να ζεις για σένα.
Έτσι όταν μια μέρα ξύπνησες στην ωριμότητά σου είδες πως όλα αυτά που σου έμαθαν ήταν άχρηστα.
Τότε λοιπόν με μια κίνηση απλώνεις τα κομμάτια του παζλ στο τραπέζι και προσπαθείς να ενώσεις το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον που εσύ θα διαλέξεις για σένα αυτή τη φορά.
Θέτεις λοιπόν τα όρια σου χωρίς να νιώθεις ενοχές εφόσον δεν πειράζεις κανένα.
Μαθαίνεις πως το να αγαπάς και να σέβεσαι , δεν σημαίνει πως πρέπει να εξαφανίσεις το ποιος είσαι και αποδέχεσαι τον καθένα και εσένα τον ίδιο όπως ακριβώς είναι , μόνο που πια ξέρεις πώς να βάζεις τα πράγματα στη θέση τους.
Χτίζεις λοιπόν το παζλ της ζωής σου στο τώρα και αφήνεις πίσω σου ότι σε χαλάει.
Το να αφήνεις πίσω σου καταστάσεις δεν σημαίνει πως έχασες τη μάχη.
Απλά προχωράς, μπορεί το βήμα σου να είναι στην αρχή ασταθές και αδύναμο αλλά συνεχίζεις. Για σένα για να μπορέσεις να σταθείς στα πόδια σου, για αυτούς που αγαπάς και σε αγαπάνε.
Γιατί η ζωή είναι όμορφη όταν τη μοιράζεσαι με αυτούς και όχι με τον κόσμο.
Έτσι βλέπεις πια τα πάντα μέσα από τα δικά σου μάτια και όχι μέσα από τα βλέμματα των άλλων.
Και αρχίζεις να ανακαλύπτεις την ομορφιά ακόμα και μέσα στην ασχήμια.
Επειδή πια δεν σε νοιάζει να είσαι καλός στρατιώτης.
Θέλεις απλά να είσαι εσύ, ακόμα κι αν πέσεις στο πεδίο της μάχης.
Δεν φοβάσαι πια να κοιτάξεις τον καθρέφτη , και η κάθε ρυτίδα είναι μια απόδειξη πως έζησες και πως αναμετρήθηκες με το χρόνο.
Έτσι πια είσαι ελεύθερος και γελάς και κλαις γιατί έτσι γουστάρεις.
Δεν απολογείσαι σε κανένα επειδή γεννιέσαι μόνο μια φορά και πλέον γνωρίζεις πως η τέχνη του να ζεις δεν έχει να κάνει με τον κόσμο, μα αποκλειστικά και μόνο με εσένα και μόνο.
Δεύτερη ζωή δεν έχει. Κι εσύ συνεχίζεις να μαθαίνεις!