Γράφει η Σοφία Παπαηλιάδου
Θα βρεις στον δρόμο σου κάποτε έναν άνθρωπο, που δεν θα κοιτά τα μάτια σου, αλλά το βλέμμα σου. Θα παρατηρεί πότε λάμπει, πότε γελά και πότε θαμπώνει.
Μπορεί να μην θυμάται το χρώμα των ματιών σου, αλλά θα θυμάται πάντα το βλέμμα σου.
Είναι ο ίδιος άνθρωπος, που όσο κι αν μακιγιαριστείς, όσο καλά κι αν φορέσεις το καλοπροβαρισμένο σου χαμόγελο, εκείνος μπορεί να δει μέσα σου και να ακούσει τις κραυγές που δεν αφήνεις να ηχήσουν.
Είναι εκείνος, ο ίδιος άνθρωπος που σε βρήκε ένα πρωί να κάθεσαι στην άκρη της θάλασσας και κάθισε πλάι σου χωρίς ερωτήσεις, χωρίς λέξεις. Στάθηκε εκεί, κι άφησε τα δάκρυά σου να τρέξουν χωρίς να τα εμποδίσει.
Βλέπεις κι εκείνος, ξαγρύπνησε κάποτε νύχτες ολόκληρες από εφιάλτες και τσακισμένα όνειρα. Κι εκείνος λύγισε από το βάρος του κόσμου που κουβάλησε στις πλάτες τους.
Βλέπεις κι εκείνος, έχει την ίδια βαριά σκιά στην περπατησιά του, όπως κι εσύ. Δεν είναι αερικό..
Κάποτε ίσως ήταν..
Μα τώρα πια είναι γήινος, και το βήμα τους αφήνει ανεξίτηλα σημάδια στο πέρασμά του.
Έτσι σε βρήκε κι εσένα εκείνο το πρωί.. από τα σημάδια που άφησες στο πέρασμά σου.
Βλέπεις οι δύσκολοι άνθρωποι, με την βαριά περπατησιά, αναγνωρίζονται μεταξύ τους, γιατί οι γωνίες τους κόβουν και η τραχύτητά τους γρατζουνάει! Και όσοι δεν τους καταλαβαίνουν, νομίζουν πως είναι παράξενοι, με καπρίτσια και κακομαθημένοι.
Μα η αλήθεια είναι.. πως οι δύσκολοι άνθρωποι, κάποτε, υπήρξαν αγκαλιά για να κουρνιάσουν πολλοί. Ασπίδα για να μην αγγίξει κανείς τους ανθρώπους τους. Καταφύγιο να ξεκουραστούν οι περαστικοί..
Γι’αυτό μην τους παρεξηγείς όταν τους συναντάς. Αν είσαι τυχερός, έτσι, μια μέρα ανύποπτη, από εκείνες που κανείς δεν τις έχει προγραμματίσει, θα τους δεις να χαμογελά ξανά το βλέμμα τους και θα είναι σαν να τους γνωρίζεις για πρώτη φορά.
Θα τους δεις να γελά δυνατά ξανά η ψυχή τους. Θα τους δεις να κρατάνε σφιχτά ένα άλλο χέρι.
Είναι εκείνο το χέρι που τους έβγαλε από το βάλτο. Που έγινε λόγος και αιτία να ξανασυστηθούν με τον εαυτό τους.
Γιατί εκείνος, ο άλλος άνθρωπος, δεν θέλησε να δει στο βλέμμα τους ούτε την προσδοκία του, ούτε την απαίτησή του..
Εκείνος, ο άλλος άνθρωπος τους δέχτηκε γι’αυτό που υπήρξαν, γι’αυτό που είναι.. Χωρίς προϋποθέσεις. Χωρίς όρους κι όρια. Χωρίς στεγανά..
Έτσι έμαθαν ν’αγαπούν οι δύσκολοι άνθρωποι. Κι έτσι μόνο, τους αξίζει ν’αγαπιούνται πια..